Τετάρτη 31 Δεκεμβρίου 2014

Μακριά ροδίζει η ανατολή

Το ξέρατε -μέρα που είναι- ότι τα πιο πρόσφατα δημιουργηθέντα κάλαντα είναι αυτά που σκάρωσε η χορωδία των γυναικείων φυλακών Αβέρωφ την περίοδο που ακολούθησε τον εμφύλιο πόλεμο;

Πατώντας πάνω στην «πανελλήνια» μελωδική οδό των καλάντων (με ιδιαίτερη όμως κι εκεί υλοποίηση) αλλά έχοντας ξεχωριστούς, πρωτοφανέρωτους στίχους, οι γυναίκες της χορωδίας πανηγυρίζουν συγκινητικά μέσα από τα κάγκελα, «μαζί με τη φύση», το νέο χρόνο που έρχεται και διαδηλώνουν με αξιοπρέπεια και περηφάνια το άσβεστο πάθος τους για λευτεριά και ειρήνη.

Γι αυτό μας φαίνονται μάλλον, πολλές φορές, ως τα πιο ωραία, γραμμένα και τραγουδισμένα κάλαντα μέσα από τις γυναικείες φυλακές Αβέρωφ το 1948, από αριστερές, αντάρτισσες, πολιτικές κρατούμενες. Γιατί με αυτή την ελπίδα που πλημμυρίζουν, η οποία συνυπάρχει με την δυσκολία του παρόντος, ταιριάζουν τόσο μα τόσο και με τη δικιά μας εποχή…



Μακριά ροδίζει η ανατολή
κάθε κλωνί κι ένα πουλί
πανηγυρίζει η φύση
το νιο χρόνο που θα αρχίσει.

Με της καμπάνας τη βουή 
χαράζει μέρα γιορτινή
η αρχή του νέου χρόνου 
και το τέλος κάθε πόνου.

Ερείπια και μνήματα
στέλνουν χαράς μηνύματα
πως θα σωθεί το δάκρυ
μες στην πλάση απ” άκρη σ” άκρη.

Γιορτάζουμε στη φυλακή
με έναν πόνο μιαν ευχή
χαρά παντού να ανθίσει
της ειρήνης ο ύμνος να αντηχήσει.

Ευχόμαστε στην καθεμιά
με την καινούρια την χρονιά
στο σπίτι να γυρίσει 
και χαράς ζωή να αρχίσει.

Με την καινούρια την χρονιά
παντού ειρήνη και χαρά
τραγούδι να αντηχήσει
σε ανατολή και δύση.


Ολόκληρο το αφιέρωμα στο Περιοδικό

Δευτέρα 29 Δεκεμβρίου 2014

Μικρόκοσμος

Και να, τι θέλω τώρα να σας πω
Μες στις Ινδίες μέσα στην πόλη της Καλκούτας,
φράξαν το δρόμο σ' έναν άνθρωπο.
Αλυσοδέσαν έναν άνθρωπο κει που εβάδιζε.
Να το λοιπόν γιατί δεν καταδέχουμαι
να υψώσω το κεφάλι στ' αστροφώτιστα διαστήματα.
Θα πείτε, τ' άστρα είναι μακριά
κι η γη μας τόση δα μικρή.

Ε, το λοιπόν, ο,τι και να είναι τ' άστρα,
εγώ τη γλώσσα μου τους βγάζω.
Για μένα, το λοιπόν, το πιο εκπληκτικό,
πιο επιβλητικό, πιο μυστηριακό και πιο μεγάλο,
είναι ένας άνθρωπος που τον μποδίζουν να βαδίζει.
Είναι ένας άνθρωπος που τον αλυσοδένουνε.


Ναζίμ Χικμέτ, απόδ. Γιάννη Ρίτσου

Κυριακή 28 Δεκεμβρίου 2014

Τελευταία προειδοποίηση στο φανταστικό κόμμα (σχετικά με το δημόσιο χώρο)


Το κείμενο που ακολουθεί δημοσιεύτηκε το 2001 στο 2ο τεύχος του περιοδικού Tiqqun. Τo Tiqqun εκδιδόταν στη Γαλλία από το 1999 ως το 2001 και είχε σαφείς επιρροές από τον Αγκάμπεν και τους Καταστασιακούς. Το 2007, πρώην μέλη του Tiqqun δημοσίευσαν την μπροσούρα με τίτλο “Η Εξέγερση που Έρχεται” (υπογράφοντας ως “Αόρατη Επιτροπή”). Το πιο γνωστό μέλος του Tiqqun είναι ο Julien Coupat, o οποίος κατηγορήθηκε και φυλακίστηκε το 2008 για το υποτιθέμενο σχέδιό του να σαμποτάρει τα τρένα υψηλής ταχύτητας στη Γαλλία (υπόθεση των “Εννιά της Tarnac”).

Η μετάφραση του κειμένου έγινε από την κατάληψη Σινιάλο προκειμένου να φιλοξενηθεί στο 2ο τεύχος του περιοδικού Carex Flacca που κυκλοφόρησε τον Νοέμβρη 2014.



Άρθρο 1
Ο προορισμός του δημόσιου χώρου είναι η ανταλλαγή και η κυκλοφορία των εμπορευμάτων. Όπως και τα υπόλοιπα εμπορεύματα, οι άνθρωποι κινούνται ελεύθερα εντός αυτού του χώρου.

Άρθρο 2
Ο δημόσιος χώρος είναι ο χώρος που δεν ανήκει σε κανέναν. Αυτό που δεν ανήκει σε κανέναν ανήκει στο Κράτος. Το Κράτος παραχωρεί στην εμπορευματική σημειοκρατία την κατάληψη του εν λόγω χώρου.

Άρθρο 3
Τα γραφεία φτιάχνονται για να δουλεύουμε. Η παραλία φτιάχνεται για να μαυρίζουμε. Όσοι θέλουν να διασκεδάσουν πηγαίνουν οικειοθελώς στους χώρους διασκέδασης, στις ντισκοτέκ και σε άλλα θεματικά πάρκα φτιαγμένα γι αυτόν το λόγο. Στις βιβλιοθήκες υπάρχουν τα βιβλία. Στα γηροκομεία υπάρχουν οι ηλικιωμένοι. Στις επαύλεις υπάρχουν οι οικογένειες. Η ζωή φτιάχνεται από στιγμές αποκομμένες μεταξύ τους. Κάθε στιγμή έχει τη θέση της. Όλα είναι σε τάξη. Κανένας δεν παραπονιέται.

Άρθρο 3α
Η αταξία έχει επίσης τη δική της ξεχωριστή λειτουργία. Επιστρέφει στην ολότητα, στη θέση που προβλέπεται για τα απρόβλεπτα γεγονότα. Για την ευημερία του συνόλου, οι πολίτες προσκαλούνται να εμφανίζονται στην εθνική οδό κατά τη διάρκεια των γιορτών που διοργανώνονται εις γνώση τους, σε τακτά διαστήματα, από τις υπηρεσίες του Υπουργείου Εσωτερικών και Πολιτισμού. Οι εκπρόσωποι ατμόσφαιρας θα βρίσκονται εκεί για να σας εξυπηρετήσουν. Δεν απαγορεύεται να είστε φιλικοί μαζί τους, ακόμα και όταν συμμορφώνεστε με τους κανόνες.

Άρθρο 4
Σε κάθε παιδί αντιστοιχεί ένας αναφερόμενος ενήλικας. Αυτός ο ενήλικας είναι υπεύθυνος ενώπιον του Νόμου για τη συμπεριφορά του παιδιού που του έχει ανατεθεί. Λόγω της ανολοκλήρωτης ακόμα ψυχοκοινωνικής διαμόρφωσης και για το ίδιο το συμφέρον της ανάπτυξής τους, τα παιδιά δεν επιτρέπεται να παίζουν στον δημόσιο χώρο χωρίς την επιτήρηση των αναφερόμενων ενηλίκων. Σε κάθε περίπτωση, τα παιδιά ταξινομούνται σε δύο κατηγορίες : τα υπερκινητικά, τα οποία παίρνουν Ριταλίν, και τα υποτονικά, στα οποία ταιριάζει να πάρουν Πρόζακ. Χαρούμενα γενέθλια!

Άρθρο 5
Για να διατηρηθεί το τοπίο και για να γίνει σεβαστή η κοινωνική ατμόσφαιρα, τα σώματα που δε συμμορφώνονται με τους ισχύοντες αισθητικο-υγειονομικούς κανόνες – οι οποίοι δημοσιεύονται καθημερινά στον εθνικό τύπο – απέχουν από την κυκλοφορία σε δημόσιους χώρους από τις εννιά το πρωί μέχρι τις οκτώμισι το βράδυ. Σε αυτό το χρονικό διάστημα, ωστόσο, οι ζητιάνοι θα γίνονται ανεκτοί στα πιο πολυσύχναστα σημεία, όπου συμμετέχουν στη διαπαιδαγώγηση του συνόλου λόγω του αποκρουστικού παραδείγματος που αποτελούν.

Άρθρο 6
Ο σκοπός της ζωής είναι η ευτυχία. Η ευτυχία είναι ένα αντικειμενικό δεδομένο που μετριέται σε ακριβείς ποσότητες. Εξάλλου, όλοι το γνωρίζουν στις μέρες μας: εκεί όπου βασιλεύει η διαφάνεια βασιλεύει και η ευτυχία. Καθετί που δεν επιδιώκει να δειχθεί επιδιώκει απλώς, με αυτόν τον τρόπο, να κρυφτεί. Και καθετί που επιδιώκει να κρυφτεί πρέπει να θεωρείται ύποπτο. Κατά συνέπεια, η εξαφάνιση οποιασδήποτε αδιαφάνειας από τη ζωή σας αποτελεί παρεμβατικό καθήκον της Βιοεξουσίας. Η Βιοεξουσία θέλει την ευτυχία σας. Αν χρειαστεί, θα την θελήσει εναντίον σας.

Άρθρο 7
Για την ασφάλεια όλων, ο δημόσιος χώρος πρέπει να επιτηρείται πλήρως. Εκεί όπου ο έλεγχος παραμένει ατελής, το πλήθος καλείται να καταστέλλει στο εσωτερικό του κάθε συμπεριφορά που αντίκειται στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Κάθε ανώνυμη συνάθροιση και κάθε ανώμαλη συμπεριφορά θα πρέπει, επομένως, να αναφέρονται στα κοντινότερα περίπολα της Δράσης Πρόληψης της Εγγύτητας (Δ.Π.Ε.). Είναι καθήκον του πολίτη να καταγγέλλει τους πράκτορες του Φανταστικού Κόμματος. Αυτή η καταγγελία είναι μια πράξη που γίνεται για το καλό τους και για το καλό όλων.

Άρθρο 8
Ο δημόσιος χώρος είναι ένας ουδέτερος χώρος, δηλαδή κάθε ιδιόρρυθμη εκδήλωση της ύπαρξης αποτελεί πλήγμα στην ακεραιότητα του άλλου. Στο εξής, θα εφαρμοστούν τα πάντα – αστική επίπλωση, κατάλληλος διάκοσμος, Συνεχής Έλεγχος (Σ.Ε.) – για να καταστούν αδύνατες τέτοιες εκδηλώσεις, οι οποίες είναι γνωστό ότι προκαλούν απαράδεκτες οχλήσεις στους συμπολίτες μας.

Άρθρο 9
Ευχαριστούμε το σύνολο εκείνων που, με τη συμπεριφορά τους, συνέβαλαν ώστε η διατύπωση αυτών των αρχών να είναι αυτονόητη.

Άρθρο 10
ΤΙΠΟΤΑ ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΠΙΑ ΝΑ ΣΥΜΒΕΙ.

Σάββατο 27 Δεκεμβρίου 2014

Θερινό Ηλιοστάσι Β'

Β'
Ὅλοι βλέπουν ὁράματα
κανεὶς ὡστόσο δὲν τ᾿ ὁμολογεῖ·
πηγαίνουν καὶ θαρροῦν πὼς εἶναι μόνοι.
Τὸ μεγάλο τριαντάφυλλο
ἤτανε πάντα ἐδῶ
στὸ πλευρό σου βαθιὰ μέσα στὸν ὕπνο
δικό σου καὶ ἄγνωστο.
Ἀλλὰ μονάχα τώρα ποὺ τὰ χείλια σου τ᾿ ἄγγιξαν
στ᾿ ἀπώτατα φύλλα
ἔνιωσες τὸ πυκνὸ βάρος τοῦ χορευτῆ
νὰ πέφτει στὸ ποτάμι τοῦ καιροῦ -
τὸ φοβερὸ παφλασμό.

Μὴ σπαταλᾷς τὴν πνοὴ ποὺ σοῦ χάρισε
τούτη ἡ ἀνάσα.


Γιώργος Σεφέρης, Θερινό Ηλιοστάσι

Παρασκευή 26 Δεκεμβρίου 2014

Σαν τον τυφλό μπροστά στον καθρέφτη

Ω ναι! Ξέρω καλά πως δεν χρειάζεται καράβι για να ναυαγήσεις

πως δεν χρειάζεται ωκεανός για να πνιγείς.

Υπάρχουν πολλοί που ναυαγήσαν μέσα στο κοστούμι τους,

μέσα στη βαθιά τους πολυθρόνα,

πολλοί που για πάντα τους σκέπασε το πουπουλένιο τους πάπλωμα.


Πλήθος αμέτρητο πνίγηκαν μέσα στη σούπα τους, σ΄ένα κουπάκι του καφέ, σ΄ένα κουταλάκι του γλυκού.


Ας είναι γλυκός ο ύπνος τους εκεί βαθιά που κοιμούνται.

Ας είναι γλυκός και ανόνειρος.

Κι ας είναι ελαφρύ το νοικοκυριό που τους σκεπάζει.


Αργύρης Χιόνης, ΙΑ', Σαν τον τυφλό μπροστά στον καθρέφτη, 1986



Ποιητής, πεζογράφος και μεταφραστής, γεννήθηκε το 1943 στην Αθήνα. Στα δεκατέσσερά του, άρχισε να γράφει ποιήματασε έμμετρο και ομοιοκατάληκτο στίχο, μιμούμενος τις μαντινάδες και τα αποσπάσματα από τον Ερωτόκριτο, που η Κρητικιά μητέρα του σιγοτραγουδούσε, ενώ έκανε τις δουλειές του σπιτιού. Την ίδια περίπου εποχή, μπήκε στη ζωή του το πρώτο λογοτεχνικό βιβλίο, η ποιητική ανθολογία των Ηρακλή και Ρένου Αποστολίδη. Έκτοτε, η ασθένεια της ποίησης εγκαταστάθηκε για τα καλά στον οργανισμό του και έγινε χρόνια.
Στα δεκαεφτά του υιοθετεί τον ελεύθερο στίχο και το 1966 εκδίδεται η πρώτη ποιητική του συλλογή, οι Απόπειρες φωτός.
Το 1967, λίγο μετά την εγκαθίδρυση της δικτατορίας, φεύγει στο εξωτερικό. Στις αρχές του 1968, ποιήματά του μεταφράζονται και δημοσιεύονται σε έγκυρα ολλανδικά λογοτεχνικά περιοδικά. Πέρασε μεγάλο μέρος της ζωής του σε χώρες της Βορειοδυτικής Ευρώπης και σπούδασε Ιταλική φιλολογία στο Άμστερνταμ. Από το 1982 μέχρι το 1992 εργάστηκε ως μεταφραστής στο Συμβούλιο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις Βρυξέλλες. Το 1992 εγκαταστάθηκε στο χωριό Θροφαρί της ορεινής Κορινθίας μέχρι και το θάνατό του τον Δεκέμβριο 2011. Ήταν μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων.

Πέμπτη 25 Δεκεμβρίου 2014

Οι πικροί άνθρωποι

Οι όμορφοι άνθρωποι
Έχουν το βλέμμα τους λίγο χαμένο.
(Θα το έχετε προσέξει…)
Πηγαίνουν να σκλαβωθούν
Φορώντας πάντα τα καλά τους.

Βγαίνουν το βράδυ με παρέες
Και σιωπούν ή φλυαρούν πολύ.
(Δεν μπορεί να μη το ξέρετε…)

Αγοράζουν παχιές εφημερίδες
Και τις τελειώνουν τόσο γρήγορα.
Έχουν την τσαντίλα στην τσέπη
Τους έρωτες στα όνειρα
Τη «συγνώμη» στο μπροστά της γλώσσας.

Στο στήθος τους χοροπηδούνε άλογα
Τα πόδια τους τα χαϊδεύουν μαιμούδες
Τ’ αυτιά τους γίναν φωλιές για κουκουβάγιες.
Κάνουν τις εξομολογήσεις τους
Και τις ακούει το στομάχι τους.

Οι όμορφοι άνθρωποι
Είναι αξιοπρεπείς:
Ποτέ δεν παύουν να ζητούν.
Είναι πρόστυχοι:
Αναζητούν μάταια τα άκρα, που ξεφύγαν.

Οι όμορφοι άνθρωποι
Διψούν συνέχεια, στον ύπνο και τον ξύπνιο.
Σιχαίνονται τις εκδρομές.
Ξέρουν το μέρος τους όλο και πιο λίγο.
Το ψάχνουν συνεχώς, μέσα απ’ τις ίδιες διαδρομές.

Τους όμορφους ανθρώπους
Δεν τους ποθεί κανείς.
Τους αφήνουν άταφους σα φύγουν.
Κάποιοι μονάχα -το ίδιο τρελοί-

Μυστικά

Τους λατρεύουν.


Νίκος Κυριακίδης


Ο Νίκος Κυριακίδης γεννήθηκε το 1960 πίσω απ’ τα προσφυγικά του Αϊ-Σώστη. Είναι μαθηματικός. Πρωτοεμφανίστηκε στο διαδίκτυο το 2011 και οι “Δρόμοι με ματωμένα γόνατα” είναι το πρώτο του βιβλίο. Ο Νίκος Κυριακίδης συνεργάζεται με την ομάδα G.A.P. Gathered Avand-Gard Poets

Τετάρτη 24 Δεκεμβρίου 2014

Βαρβαρότητα ή......

Ήδη, σας το είπα. Είναι η βαρβαρότητα. Τη βλέπω να ‘ρχεται μεταμφιεσμένη, κάτω από άνομες συμμαχίες και προσυμφωνημένες υποδουλώσεις. Δεν θα πρόκειται για τους φούρνους του Χίτλερ ίσως, αλλά για μεθοδευμένη και οιονεί επιστημονική καθυπόταξη του ανθρώπου. Για τον πλήρη εξευτελισμό του. Για την ατίμωσή του.
Οπότε αναρωτιέται κανείς: Για τι παλεύουμε νύχτα μέρα κλεισμένοι στα εργαστήριά μας; Παλεύουμε για ένα τίποτα, που ωστόσο είναι το παν. Είναι οι δημοκρατικοί θεσμοί, που όλα δείχνουν ότι δεν θ’ αντέξουν για πολύ. Είναι η ποιότητα, που γι’ αυτή δεν δίνει κανείς πεντάρα. Είναι η οντότητα του ατόμου, που βαίνει προς την ολική της έκλειψη. Είναι η ανεξαρτησία των μικρών λαών, που έχει καταντήσει ήδη ένα γράμμα νεκρό. Είναι η αμάθεια και το σκότος.
Ότι οι λεγόμενοι «πρακτικοί άνθρωποι» -κατά πλειονότητα, οι σημερινοί αστοί- μας κοροϊδεύουν, είναι χαρακτηριστικό. Εκείνοι βλέπουν το τίποτα. Εμείς το πάν. Που βρίσκεται η αλήθεια, θα φανεί μια μέρα, όταν δεν θα μαστε πια εδώ. Θα είναι, όμως, εάν αξίζει, το έργο κάποιου απ’ όλους εμάς. Και αυτό θα σώσει την τιμή όλων μας -και της εποχής μας.

Οδυσσέας Ελύτης, 1979

Την αλήθεια φαίνεται να έχουμε αρχίσει να τη βλέπουμε...



Κυριακή 21 Δεκεμβρίου 2014

Ο αλυσοδεμένος ελέφαντας

Για τη συνήθεια, αυτά που μας έμαθαν, τις "αναλλοίωτες αλήθειες"....



-Δεν μπορώ του είπα. Δεν μπορώ!
-Σίγουρα; με ρώτησε αυτός.
-Ναι. Πολύ θα ήθελα να μπορούσα να σταθώ μπροστά της και να της πω τι νιώθω… Ξέρω, όμως, ότι δεν μπορώ!!!

Ο Χόρχε κάθισε σαν το Βούδα πάνω σ΄ εκείνες τις φριχτές μπλε πολυθρόνες του γραφείου του χαμογέλασε, με κοίταξε στα μάτια και, χαμηλώνοντας τη φωνή όπως έκανε κάθε φορά που ήθελε να τον ακούσουν προσεκτικά, μου είπε:

-Να σου πω μια ιστορία… Και χωρίς να περιμένει να συμφωνήσω, ο Χόρχε άρχισε να αφηγείται:

"Όταν ήμουν μικρός μου άρεσε πολύ το τσίρκο, και στο τσίρκο μου άρεσαν πιο πολύ τα ζώα. Μου έκανε τρομερή εντύπωση ο ελέφαντας που, όπως έμαθα αργότερα, είναι το αγαπημένο ζώο όλων των παιδιών. Στην παράσταση, το θεόρατο ζώο έκανε επίδειξη του τεράστιου βάρους του, του όγκου και της δύναμής του…

Όμως, μετά την παράσταση και λίγο προτού επιστρέψει στη σκηνή, ο ελέφαντας στεκόταν δεμένος συνεχώς σ΄ ένα μικρό ξύλο μπηγμένο στο έδαφος. Μια αλυσίδα κρατούσε φυλακισμένα τα πόδια του. Ωστόσο, το ξύλο ήταν αληθινά μικροσκοπικό κι έμπαινε σε ελάχιστο βάθος μέσα στο έδαφος.

Μολονότι η αλυσίδα ήταν χοντρή και ισχυρή, μου φαινόταν ολοφάνερο ότι ένα ζώο που μπορούσε να ξεριζώνει δέντρα με τη δύναμη του, θα μπορούσε εύκολα να λυθεί και να φύγει. Το θεωρούσα αληθινό μυστήριο. Μα τι τον κρατάει; Γιατί δεν το σκάει;

Όταν ήμουν πέντε ή έξι ετών πίστευα ακόμα στη σοφία των μεγάλων. Ρώτησα τότε κάποιον δάσκαλο, τον πατέρα μου ή ένα θείο μου, για το μυστήριο του ελέφαντα. Κάποιος μου εξήγησε ότι ο ελέφαντας είναι δαμασμένος. Έκανα τότε την προφανή ερώτηση: Κι αφού είναι δαμασμένος, γιατί τον αλυσοδένουν;

Δε θυμάμαι να πήρα κάποια ικανοποιητική απάντηση. Με τον καιρό, ξέχασα το μυστήριο του ελέφαντα με το παλούκι, και το θυμόμουν μόνο όταν βρισκόμουν με κάποιους που είχαν αναρωτηθεί κάποτε πάνω στο ίδιο θέμα.

Πριν από μερικά χρόνια ανακάλυψα – ευτυχώς για μένα – ότι κάποιος είχε αρκετή σοφία ώστε ν΄ ανακαλύψει την απάντηση. Ο ελέφαντας του τσίρκου δεν το σκάει γιατί τον έδεναν σ' ένα παρόμοιο παλούκι από τότε που ήταν πολύ, πολύ μικρός.

Έκλεισα τα μάτια και φαντάστηκα τον νεογέννητο ανυπεράσπιστο ελέφαντα δεμένο στο παλούκι. Είμαι βέβαιος ότι τότε το ελεφαντάκι είχε σπρώξει, τραβήξει και ιδρώσει πασχίζοντας να λευτερωθεί. Μα, παρόλες τις προσπάθειές του, δεν τα είχε καταφέρει, γιατί το παλούκι ήταν πολύ γερό για τις δυνάμεις του.

Φαντάστηκα ότι θα κοιμόταν εξαντλημένο και την επόμενη μέρα θα προσπαθούσε ξανά, και τη μεθεπόμενη το ίδιο… Ώσπου μια μέρα, μια φρικτή μέρα για την ιστορία του, το ζώο θα παραδεχόταν την αδυναμία του και θα υποτασσόταν στη μοίρα του.

Αυτός ο πανίσχυρος και θεόρατος ελέφαντας που βλέπουμε στο τσίρκο δεν το σκάει γιατί νομίζει ότι δεν μπορεί, ο δυστυχής. Η ανάμνηση της αδυναμίας που ένιωσε λίγο μετά τη γέννησή του είναι χαραγμένη στη μνήμη του. Και το χειρότερο είναι ότι ποτέ δεν αμφισβήτησε σοβαρά αυτή την ανάμνηση. Ποτέ μα ποτέ δεν ξαναπροσπάθησε να δοκιμάσει τις δυνάμεις του…"

-Έτσι είναι, Ντεμιάν. Όλοι είμαστε λίγο-πολύ σαν τον ελέφαντα του τσίρκου. Περιδιαβαίνουμε τον κόσμο δεμένοι σε εκατοντάδες παλούκια που μας στερούν την ελευθερία. Ζούμε πιστεύοντας ότι δεν μπορούμε να κάνουμε ένα σωρό πράγματα, απλώς επειδή μια φορά, πριν από πολύ καιρό, όταν είμαστε μικροί, προσπαθήσαμε και δεν τα καταφέραμε.

Πάθαμε τότε το ίδιο με τον ελέφαντα. Χαράξαμε στη μνήμη μας αυτό το μήνυμα: Δεν μπορώ, δεν μπορώ και ποτέ δε θα μπορέσω.

Ο Χόρχε έκανε μια μεγάλη παύση. Ύστερα πλησίασε, κάθισε στο πάτωμα μπροστά μου και συνέχισε: Αυτό σου συμβαίνει, Ντέμι. Ζεις μέσα στα όρια της ανάμνησης ενός Ντεμιάν που δεν υπάρχει πια, εκείνου που δεν τα κατάφερε. Ο μοναδικός τρόπος να μάθεις εάν μπορείς, είναι να προσπαθήσεις πάλι με όλη σου την ψυχή… Με όλη σου την ψυχή!


Χόρχε Μπουκάι, απόσπασμα "Να σου πω μια ιστορία"



Ο Jorge Bucay γεννήθηκε το 1949 στο Μπουένος Άιρες της Αργεντινής. Γιατρός και ψυχοθεραπευτής της σχολής Γκεστάλτ, ειδικεύτηκε στη θεραπεία των νοητικών ασθενειών εργαζόμενος αρχικά σε νοσοκομεία και κλινικές και, εν συνεχεία, δίνοντας διαλέξεις σε ιδρύματα, κολέγια, θέατρα, καθώς και σε ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς σταθμούς. Εργάζεται ως ψυχοθεραπευτής ενηλίκων, ζευγαριών και κοινωνικών ομάδων. Ζει στα προάστια του Μπουένος Άιρες με τη γυναίκα και τα δύο του παιδιά.

Δευτέρα 15 Δεκεμβρίου 2014

Η πιο όμορφη θάλασσα

Θα γελάσεις απ' τα βάθη των χρυσών σου ματιών
είμαστε μες στο δικό μας κόσμο

Η πιο όμορφη θάλασσα

είναι αυτή που δεν έχουμε ακόμα ταξιδέψει
Τα πιο όμορφα παιδιά δεν έχουν μεγαλώσει ακόμα
Τις πιο όμορφες μέρες μας
δεν τις έχουμε ζήσει ακόμα

Κι αυτό που θέλω να σου πω
το πιο όμορφο απ' όλα,
δε στο 'χω πει ακόμα.


Ναζίμ Χικμέτ


Ο Ναζίμ Χικμέτ (20/11/1901 - 3/6/1963) ήταν Τούρκος ποιητής και δραματουργός, τα έργα του οποίου μεταφράστηκαν σε πολλές γλώσσες. Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη και υπήρξε μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος της Τουρκίας. Πέθανε στη Μόσχα από καρδιακή προσβολή.
Αν και τα πρώτα του ποιήματα γράφτηκαν με συλλαβικό μέτρο, ο Χικμέτ σταδιακά απομακρύνθηκε από τα στενά πλαίσια του μέτρου και της ομοιοκαταληξίας και άρχισε να αναζητεί νέα μορφή για τα ποιήματά του. Κατά τη διάρκεια των πρώτων χρόνων διαμονής του στη Σοβιετική Ένωση (1922-1925), η αναζήτηση αυτή έφτασε στο αποκορύφωμά της. Προτίμησε τον ελεύθερο στίχο, ο οποίος ταίριαζε και με την πλούσια φωνολογία της τουρκικής γλώσσας. Επηρεάστηκε κυρίως από το Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι. Πολλά από τα ποιήματά του μελοποιήθηκαν από το γνωστό Τούρκο συνθέτη Ζουλφού Λιβανελί, ενώ αρκετά μελοποιήθηκαν και από το συνθέτη Μάνο Λοΐζο και τον Θάνο Μικρούτσικο. Με υπουργικό διάταγμα ο ποιητής ανέκτησε, μετά θάνατον, την τουρκική υπηκοότητα που του αφαιρέθηκε το 1951 εξαιτίας των πολιτικών του πεποιθήσεων.

Τρίτη 9 Δεκεμβρίου 2014

Η μοναξιά

Η μοναξιά...
δεν έχει το θλιμμένο χρώμα στα μάτια
της συννεφένιας γκόμενας.
Δεν περιφέρεται νωχελικά κι αόριστα
κουνώντας τα γοφιά της στις αίθουσες συναυλιών
και στα παγωμένα μουσεία.
Δεν είναι κίτρινα κάδρα παλαιών "καλών" καιρών
και ναφθαλίνη στα μπαούλα της γιαγιάς
μενεξελιές κορδέλες και ψάθινα πλατύγυρα.
Δεν ανοίγει τα πόδια της με πνιχτά γελάκια
βοιδίσο βλέμμα κοφτούς αναστεναγμούς
κι ασορτί εσώρουχα.
Η μοναξιά.
Έχει το χρώμα των Πακιστανών η μοναξιά
και μετριέται πιάτο-πιάτο
μαζί με τα κομμάτια τους
στον πάτο του φωταγωγού.
Στέκεται υπομονετικά όρθια στην ουρά
Μπουρνάζι - Αγ. Βαρβάρα - Κοκκινιά
Τούμπα - Σταυρούπολη - Καλαμαριά
Κάτω από όλους τους καιρούς
με ιδρωμένο κεφάλι.
Εκσπερματώνει ουρλιάζοντας κατεβάζει μ΄ αλυσίδες τα τζάμια
κάνει κατάληψη στα μέσα παραγωγής
βάζει μπουρλότο στην ιδιοχτησία
είναι επισκεπτήριο τις Κυριακές στις φυλακές
ίδιο βήμα στο προαύλιο ποινικοί κι επαναστάτες
πουλιέται κι αγοράζεται λεφτό λεφτό ανάσα ανάσα
στα σκλαβοπάζαρα της γής - εδώ κοντά είναι η Κοτζιά-
ξυπνήστε πρωί.
Ξυπνήστε να τη δείτε.
Είναι πουτάνα στα παλιόσπιτα
το γερμανικό νούμερο στους φαντάρους
και τα τελευταία
ατελείωτα χιλιόμετρα ΕΘΝΙΚΗ ΟΔΟΣ-ΚΕΝΤΡΟΝ
στα γαντζωμένα κρέατα από τη Βουλγαρία.
Κι όταν σφίγγει το αίμα της και δεν κρατάει άλλο
που ξεπουλάν τη φάρα της
χορεύει στα τραπέζια ξυπόλυτη ζεμπέκικο
κρατώντας στα μπλαβιασμένα χέρια της
ένα καλά ακονισμένο τσεκούρι.
Η μοναξιά
η μοναξιά μας λέω. Για τη δική μας λέω
είναι τσεκούρι στα χέρια μας
που πάνω από τα κεφάλια σας γυρίζει γυρίζει γυρίζει γυρίζει.

Κατερίνα Γώγου


Η Κατερίνα Γώγου έκανε ποίηση σε μια εποχή που οι άλλοι "ποιητές" έκαναν δημόσιες σχέσεις. Πάνω από όλα ήταν η ίδια ποίηση. Ανάμεσα σε χάπια, ποτά, σβησμένα τσιγάρα, φτωχογειτονιές, προδοσίες.
Γεννήθηκε στην Αθήνα (1/6/1940). Από μικρή δούλεψε σαν ηθοποιός στο θέατρο και στον κινηματογράφο, κυρίως σε ταινίες της Φίνος Φίλμς. Το πρώτο της βιβλίο με ποιήματα ήταν το "Τρία κλικ αριστερά" και βγήκε το 1978. Έβγαλε επίσης τα βιβλία "Ιδιώνυμο"(1980)," Το ξύλινο παλτό"(1982)," Απόντες"(1986)," Ο μήνας των παγωμένων σταφυλιών"(1988). Όπως αναφέρει ο Λεωνίδας Χρηστάκης, η Κατερίνα ήταν έξω από κάθε λογής εκδοτικά και καλλιτεχνικά κυκλώματα και κλίκες και γι΄αυτό σπάνια θα δείτε να αναφέρονται σε αυτήν στα Μέσα Μαζικής Εξαπάτησης. Αυτοκτόνησε το 1993 με χάπια σε ηλικία 53 χρονών.

Κυριακή 7 Δεκεμβρίου 2014

Ποιοι φοβούνται τα πλήθη

Απόψε έλα να δεις ποιοι φοβούνται τα πλήθη.
Κανείς δεν είπε πως θα βγει ν’ απειλήσει,
κι όμως από νωρίς τις γωνιές δεν τις έχουν αφήσει.
Μηχανοκίνητες φάλαγγες πηγαινοέρχονται,
μ’ αυτές δε φτάνουν να κυκλώσουν το φόβο τους.
Διαταγές, διαταγές και σήματα που λένε πως σ’ όλη
την πόλη, όσο βραδιάζει, την καταχτά η σιωπή.
Σήματα που θέλουν να πουν πως μόνο η σελήνη
έριξε τ’ ασήμι της στη λεωφόρο
και τους πλημμύρισε με καημούς.

Απόψε έλα να μάθεις ποιοι φοβούνται τα πλήθη.
Των λαών τα παράπονα δεν είν’ παραμύθι…

Κώστας Κοβάνης


Ο Κώστας Κοβάνης γεννήθηκε στη Θήβα το 1930. Τα παιδικά του χρόνια τα πέρασε στη Χαλκίδα. Από το 1943 ζει στην Αθήνα. Είναι πτυχιούχος Πολιτικών Επιστημών και εργάζεται ως λογιστής-φοροτεχνικός.
Τα πρώτα του ποιήματα δημοσιεύθηκαν στον αριστερό τύπο της Αθήνας στα 1950-53 (“Δημοκρατικός”-“Δημοκρατική”-“Φρουροί της Ειρήνης”-“Δημοκρατικός Τύπος”).
Από το 1960 είναι μέλος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών.
Πολλές συνεργασίες του (ποιήματα-διηγήματα-άρθρα-σχόλια δοκίμια) έχουν δημοσιευθεί στον ημερήσιο τύπο (“Αυγή”-“Τα Νέα”-“Κυρ. Ελευθεροτυπία”) καθώς και σε λογοτεχνικά περιοδικά (“Νέα Εστία”-“Επιθεώρηση Τέχνης”-“Μαρτυρίες”-“Εφημερίδα των Ποιητών”-“Διανοούμενος” κ.α)
Το 1979 γίνεται τακτικός συνεργάτης σε θέματα λογοτεχνίας στην εβδομαδιαία επιθεώρηση “Πολιτικά Θέματα”.

Σάββατο 29 Νοεμβρίου 2014

Ursula le Guin: «Η πραγματική μας επιβράβευση δεν έχει το όνομα κέρδος, ονομάζεται ελευθερία»

Η Ούρσουλα Λε Γκέν είναι μια πολυδιαβασμένη συγγραφέας επιστημονικής φαντασίας και φαντασίας, ακτιβίστρια στη δεκαετία του ’70 στο φεμινιστικό και αντιπυρηνικό κίνημα της Αμερικής και αναρχική. Στο βιβλίο της «Η λέξη για τον κόσμο είναι δάσος» βασίστηκε το σενάριο της ταινίας «Avatar» ενώ τα βιβλία της έχουν μεταφραστεί σε δεκάδες γλώσσες με πιο γνωστά -και μεταφρασμένα στην ελληνική γλώσσα- το «“Έπος της Γαιοθάλασσας» και τον «Αναρχικό των δύο κόσμων».

Στις 19 Νοέμρη η Ursula K. Le Guin παρέλαβε το Medal for Distinguished Contribution to American Letters του National Book Foundation στα 65α National Book Awards και είπε αυτό που λίγοι τολμούν χωρίς να λογαριάζει ούτε τα συμφέροντα των εκδοτών της ούτε τη γνώμη των συναδέλφων της:

«Ευχαριστώ εσένα Neil, καθώς και τους ανθρώπους που μου δίνουν αυτό το υπέροχο βραβείο.
Ευχαριστώ την οικογένειά μου, τους αντζέντηδές μου, τους εκδότες μου, η παρουσία μου εδώ σήμερα οφείλεται επίσης και σε αυτούς, και το βραβείο αυτό τους ανήκει εξίσου. Χαίρομαι επίσης που το λαμβάνω εκ μέρους όλων των συγγραφέων -και το μοιράζομαι μαζί τους- που είχαν αποκλειστεί από τη λογοτεχνία για πολύ καιρό, συγγραφείς σαν και μένα της επιστημονικής φαντασίας και του φανταστικού, συγγραφείς της φαντασίας οι οποίοι βλέπουν τα τελευταία 50 χρόνια τα βραβεία να απονέμονται στους λεγόμενους ρεαλιστές.

Νομίζω πως έρχονται σκληροί καιροί όπου θα θέλουμε να ακούσουμε τις φωνές συγγραφέων που θα μπορούν να δουν εναλλακτικές σε αυτό που ζούμε τώρα, που θα μπορούν να διακρίνουν μέσα από την χτυπημένη από τον φόβο και τις εμμονικές τεχνολογίες κοινωνία μας σε έναν άλλο τρόπο να υπάρχεις, ακόμα και να φανταστούν πραγματικά πεδία ελπίδας.Θα χρειαστούμε συγγραφείς που θα μπορούν να θυμηθούν την ελευθερία. Ποιητές, οραματιστές, τους ρεαλιστές μιας άλλης πραγματικότητας.

Αυτή τη στιγμή νομίζω πως χρειαζόμαστε συγγραφείς που ξέρουν τη διαφορά ανάμεσα στην παραγωγή ενός εμπορεύματος για την αγορά και την άσκηση τέχνης. H ανάπτυξη του γραπτού υλικού με τέτοιο τρόπο ώστε να προσαρμόζεται στις στρατηγικές πωλήσεων προκειμένου να μεγιστοποιείται το κέρδος των εταιρειών και η διαφημιστική πρόσοδος δεν αποτελεί ακριβώς υπεύθυνη στάση έκδοσης και συγγραφής.

Βλέπω παρόλα αυτά τα τμήματα πωλήσεων να ελέγχουν τις εκδόσεις, βλέπω ακόμα και τους δικούς μου εκδότες να βρίσκονται σε έναν ανόητο πανικό άγνοιας και απληστίας, και να χρεώνουν τις δημόσιες βιβλιοθήκες για ένα ηλεκτρονικό βιβλίο έξι ή ακόμα και επτά φορές παραπάνω απ’ότι τους πελάτες τους. Είδαμε μέχρι και έναν κερδοσκόπο να προσπαθεί να τιμωρήσει εκδότη για απείθεια και συγγραφείς να απειλούνται από εκδοτικές φετβά, και βλέπω πολλούς από εμάς τους παραγωγούς, που γράφουμε και εκδίδουμε, να τα αποδέχονται όλα αυτα. Αφήνουμε τους εμπορικούς κερδοσκόπους να μας πουλάνε όπως τα αποσμητικά και να μας λένε τι να γράψουμε και τι να εκδώσουμε.

Τα βιβλία, ξέρετε, δεν είναι απλά εμπορεύματα. Το κίνητρο του κέρδους είναι συχνά σε αντιπαράθεση με τους στόχους της τέχνης. Ζούμε στον καπιταλισμό. Η εξουσία του μοιάζει αναπόφευκτη. Έτσι έμοιαζαν και οι ελέω θεού βασιλείς. Οι άνθρωποι μπορούν να αντισταθούν και να αλλάξουν κάθε ανθρώπινη εξουσία. Η αντίσταση και η αλλαγή συχνά ξεκινούν από την τέχνη και πολύ συχνά απ” τη δική μας τέχνη, τη τέχνη των λέξεων.

Είχα μια μακρά και καλή πορεία, με καλή συντροφιά. Σήμερα βρίσκομαι στο τέλος της και δεν θέλω να δω την αμερικάνικη λογοτεχνία να ξεπουλιέται. Εμείς που ζούμε από τη συγγραφή και την έκδοση βιβλίων θέλουμε και θα πρέπει να απαιτήσουμε το μερίδιό που δικαιωματικά μας αναλογεί στα κέρδη. Αλλά η πραγματική μας επιβράβευση δεν έχει το όνομα κέρδος, ονομάζεται ελευθερία.

Σας ευχαριστώ.»

* H μετάφραση (jaquou utopie, chief rebel angel) είναι από τη σελίδα των Ελευθεριακών Εκδόσεων «Στάσει Εκπίπτοντες» στο facebook.

Πέμπτη 27 Νοεμβρίου 2014

Το τραγούδι της απεργίας

Βγες έξω, σύντροφε! Ρίσκαρε
Τη δεκάρα, που ούτε δεκάρα πια δεν είναι
Τον τόπο για ύπνο που πάνω του πέφτει η βροχή
Και της δουλιάς τη θέση που αύριο θα χάσεις!
Μπρος, στο δρόμο έξω! Αγωνίσου!
Να περιμένεις πια δε γίνεται, είναι αργά πολύ!
Βοήθα τον εαυτό σου βοηθώντας μας:


Κάνε πράξη την αλληλεγγύη!


Βγες έξω, σύντροφε, αντιμέτωπος με τα όπλα και
Διεκδίκησε το μεροκάματό σου!
Σαν ξέρεις πως δεν έχεις τίποτα να χάσεις
Όπλα αρκετά οι αστυνόμοι τους δεν έχουν!
Μπρος, στο δρόμο έξω! Αγωνίσου!
Να περιμένεις πια δε γίνεται, είναι αργά πολύ!
Βοήθα τον εαυτό σου βοηθώντας μας: Κάνε πράξη
Την αλληλεγγύη!

Μπέρτολτ Μπρεχτ


Ο Μπέρτολτ Μπρεχτ (γενν. Eugen Berthold Friedrich Brecht, 10/2/1898 - 14/8/1956) ήταν Γερμανός δραματουργός, σκηνοθέτης και ποιητής του 20ού αιώνα. Θεωρείται ο πατέρας του "επικού θεάτρου" (Episches Theater) στη Γερμανία. Τα έργα του χαρακτηρίζονταν αρχικά από πνεύμα καταδίκης του πολέμου και του μιλιταρισμού, ενώ στη συνέχεια παρατηρείται μια αποφασιστική στροφή στη σκέψη και τη ζωή του, που εμπνέεται από τη μαρξιστική φιλοσοφία. Σημαντική ώθηση στη σχέση του με την εργατική τάξη και το κίνημά της έδωσε η μαζική εξαθλίωση που προκάλεσε η παγκόσμια οικονομική κρίση του 1929 και η νέα ορμητική ανάπτυξη του εργατικού κινήματος στη Γερμανία. Η προσαρμογή της Όπερας των ζητιάνων του Τζον Γκέι με το όνομα Η Όπερα της Πεντάρας (Die Dreigroschenoper, 1928) σε στίχους του Μπέρτολτ Μπρεχτ και μουσική του Κουρτ Βάιλ προκάλεσε αίσθηση στο Βερολίνο και επηρέασε την παγκόσμια σκηνή Μιούζικαλ. Στην όπερα αυτή, ο Μπρεχτ στηλίτευε την καθώς πρέπει βερολινέζικη αστική τάξη που πρόσαπτε στο προλεταριάτο έλλειψη ηθικής.
Ο Μπρεχτ άρχισε την καριέρα του ως δραματουργός με μια σειρά πειραματισμούς, επηρεασμένος από τις εξπρεσιονιστικές τεχνικές, όπως στο έργο του Βάαλ (Baal, 1918). Με το αντιπολεμικό έργο του Ταμπούρλα μες τη Νύχτα (1922) κερδίζει το Βραβείο Κλάιστ (Kleist Prize). Ήταν θαυμαστής του Φρανκ Βέντεκιντ κι επηρεάστηκε σημαντικά από το κινεζικό και το ρωσικό θέατρο. Το "διδακτικό" και "ανθρωπιστικό" θέατρο που για χρόνια υπηρέτησε ο Μπρεχτ απηχεί τη μαρξιστική ιδεολογία του.
Το 1933, με την άνοδο του ναζισμού στη Γερμανία, ο Μπρεχτ αυτοεξορίστηκε. Έζησε πρώτα στη Δανία και τη Φινλανδία και μετά στις ΗΠΑ καθ' όλη τη διάρκεια του πολέμου. Στη Μόσχα εξέδωσε σε συνεργασία με άλλους Γερμανούς συγγραφείς το περιοδικό Η Λέξη (Das Wort). Στην Αμερική, όπου έζησε το κύριο μέρος της ζωής του, δέχθηκε έντονες διώξεις από το Μακαρθικό καθεστώς.
Το 1944 γράφει το έργο Η ιδιωτική ζωή της κυρίαρχης φυλής, μια άτεγκτη κριτική της ζωής στη Γερμανία υπό το καθεστώς του Εθνικοσοσιαλισμού. Η παγκοσμιότητα του έργου του αναγνωρίστηκε ευρέως μετά το Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο. Τα έργα του κλείνουν μέσα τους μια διάρκεια, καθώς αναδεικνύουν την ανθρώπινη υπόσταση. Έτσι, όχι μόνο δεν καταλύθηκαν από το χρόνο, αλλά τώρα προβάλλονται και τιμώνται περισσότερο παρά ποτέ.
Μετά την επιστροφή του στη Γερμανία το 1949, ο Μπρεχτ αφιερώνεται στην ποίηση και τη σκηνοθεσία των έργων του. Τιμήθηκε με το Εθνικό Βραβείο της ΛΓΔ το 1951 και με το Βραβείο Λένιν για την Ειρήνη το 1954.

Τετάρτη 29 Οκτωβρίου 2014

Λαχταρώ

Εγώ θέλω να κοιμάμαι πλάι σου.
Και να σου κάνω τα ψώνια σου, και να σου κουβαλάω τις σακούλες σου,
Και να σου λέω πόσο πολύ μου αρέσει να είμαι μαζί σου,
Και να θέλω να παίζουμε κρυφτό,
Και να σου δίνω τα ρούχα μου, και να σου λέω πόσο μ” αρέσουν τα παπούτσια σου,
Και να κάθομαι στις σκάλες ώσπου να κάνεις μπάνιο,
Και να σου τρίβω το σβέρκο σου,
Και να σου φιλάω τα πόδια σου,
Και να σου κρατάω το χέρι σου,
Και να βγαίνουμε για φαγητό, και να μη με νοιάζει που θα μου τρως το δικό μου,
Και να σου δακτυλογραφώ την αλληλογραφία σου, και να σου κουβαλάω τα ντοσιέ σου,
Και να γελάω με την παράνοια σου,
Και να σου δίνω κασέτες που δεν θα τις ακούς,και να βλέπουμε καταπληκτικές ταινίες, και να βλέπουμε απαίσιες ταινίες,και να μαλώνουμε για το ραδιόφωνο,
και να σε βγάζω φωτογραφίες όταν κοιμάσαι,
και να σηκώνομαι πρώτος για να σου φέρω καφέ και κουλούρια και γεμιστά κρουασάν,
Και να πηγαίνουμε για καφέ στο Φλοράντ τα μεσάνυχτα,
Και να σ” αφήνω να μου κάνεις τράκα τσιγάρα,
Και να μην καταφέρνω ποτέ να βρω ένα σπίρτο,
Και να σου λέω τι είδα στην τηλεόραση χτες το βράδυ,
Και να μη γελάω με τα αστεία σου, και να σε θέλω το πρωί αλλά να σ” αφήνω να κοιμηθείς λίγο ακόμα.
Και να φιλάω την πλάτη σου, και να χαϊδεύω το δέρμα σου.
Και να σου λέω πόσο μα πόσο αγαπώ τα μαλλιά σου, τα μάτια σου, τα χείλη σου, το λαιμό σου, το στήθος σου,
Και να κάθομαι στις σκάλες και να καπνίζω, ώσπου να γυρίσει σπίτι ο διπλανός σου,
Και να κάθομαι στις σκάλες ώσπου να γυρίσεις σπίτι εσύ,
Και να τρελαίνομαι όταν αργείς,
Και να ξαφνιάζομαι όταν γυρίζεις νωρίτερα,
Και να σου χαρίζω ηλιοτρόπια,
Και να πηγαίνω στο πάρτι σου και να χορεύω ώσπου να πέσω ξερός,
Και νάμαι δυστυχισμένος όταν έχω άδικο,
Και νάμαι ευτυχισμένος όταν με συγχωρείς,
Και να χαζεύω τις φωτογραφίες σου,
Και να παρακαλάω να σ” ήξερα μια ζωή.
Και ν' ακούω τη φωνή σου στο αυτί μου,
Και να νοιώθω το δέρμα σου πάνω στο δέρμα μου,
Και να τρομάζω όταν θυμώνεις,
Και τόνα σου μάτι να κοκκινίζει και το άλλο γαλάζιο,
Και να σ” αγκαλιάζω όταν σε πιάνει αγωνία,
Και να σε κρατάω σφιχτά όταν πονάς,
Και να σε θέλω όταν σε μυρίζω,
Και να σε πληγώνω όταν σε αγγίζω,
Και να κλαψουρίζω όταν είμαι πλάι σου, και να κλαψουρίζω όταν δεν είμαι,
Και να κυλάει το σάλιο μου πάνω στο στήθος σου
 Και να σε πλακώνω και να σε πνίγω τις νύχτες,
Και να ξεπαγιάζω όταν μου παίρνεις τις κουβέρτες, και να ζεσταίνομαι όταν δεν μου τις παίρνεις, Και να λιώνω όταν χαμογελάς και να διαλύομαι όταν γελάς,
Και να μην καταλαβαίνω όταν λες ότι σε απορρίπτω,
Και ν' αναρωτιέμαι πως σου πέρασε ποτέ απ' το νου ότι εγώ θα μπορούσα ποτέ να σε απορρίψω,
Και ν' αναρωτιέμαι ποια είσαι αλλά να σε δέχομαι έτσι όπως είσαι,
Και να σου λέω για το μαγεμένο δάσος, τον άγγελο του δέντρου, το αγόρι που πέρασε πετώντας τον ωκεανό επειδή σ' αγαπούσε,
Και να σου γράφω ποιήματα, και να αναρωτιέμαι γιατί δεν με πιστεύεις,
Και να σ' αγαπάω τόσο βαθιά που να μην μπορώ να το βάλω σε λόγια,
Και να θέλω να σου πάρω ένα γατάκι που θα το ζηλεύω γιατί θα το προσέχεις περισσότερο από μένα, Και να μη σ' αφήνω να σηκωθείς απ' το κρεβάτι όταν πρέπει να φύγεις,
Και να σου αγοράζω δώρα που εσύ δεν τα θέλεις, και πάλι να τα παίρνω πίσω,
Και να σου λέω να παντρευτούμε, και συ να μου λες πάλι όχι,
Αλλά εγώ να στο λέω και να στο ξαναλέω, γιατί όσο κι αν νομίζεις πως δεν το λέω σοβαρά εγώ πάντα σοβαρά το έλεγα, από την πρώτη φορά που στο είπα,
Και να τριγυρίζω στη πόλη και να τη νοιώθω άδεια χωρίς εσένα,
Και να θέλω ότι θέλεις,
Και να νομίζω πως χάνομαι, αλλά να ξέρω πως πλάι σου είμαι ασφαλής,
Και να σου μιλάω για ότι χειρότερο έχω μέσα μου,
Και να προσπαθώ να σου δίνω ότι καλύτερο έχω μέσα μου γιατί δεν σου αξίζει τίποτα λιγότερο
Και να σου λέω την αλήθεια αν και κατά βάθος δεν θέλω
Και να προσπαθώ να είμαι ειλικρινής γιατί ξέρω πως το προτιμάς,
Και να νομίζω πως όλα τέλειωσαν, κι ωστόσο να περιμένω άλλα δέκα λεπτά πριν με πετάξεις έξω απ' ζωή σου,
Και να ξεχνάω ποιος είμαι,
Και να κάνουμε έρωτα στις τρεις το πρωί,
Και κάπως με κάποιο τρόπο να σου εκφράζω έστω και λίγο
Τον ακάθεκτο
Τον ακατάλυτο
Τον ακατάσβεστο
Τον μεταρσιωτικό
Τον ψυχαναληπτικό
Τον άνευ όρων τον τα πάντα πληρούντα, τον δίχως τέλος και δίχως αρχή,
ΕΡΩΤΑ ΜΟΥ ΓΙΑ ΣΕΝΑ

Σάρα Κέην


Γεννημένη στην Αγγλία το 1971, με έντονη θεατρική δραστηριότητα, ακραία κι ολιγόχρονη, η οποία τερματίστηκε από τον εκούσιο θάνατό της το Φεβρουάριο του 1999. Η ίδια προτιμούσε να μιλάει για βιωματικό θέατρο, είχε πει ότι προτιμά «να ριψοκινδυνέψει τις πιο βίαιες αντιδράσεις κι άμυνες εκ μέρους των θεατών παρά να ανήκει σε μια κοινωνία που έχει αυτοκτονήσει». Το έργο της πολεμήθηκε πολύ από τους σύγχρονούς της κριτικούς και προκάλεσε πικρόχολες αντιδράσεις. Προκάλεσε σε αρκετές περιπτώσεις την οργή και την οξύτατη κριτική πολλών που τη χαρακτήρισαν ως μια εξπρεσιονιστική γλωσσού χωρίς ίχνος θεατρικότητας.
Μαζί με άλλους, συμπατριώτες της κυρίως, ομότεχνους άνοιξε το δρόμο για μια νέα δραματουργική έκφραση εισάγοντας το λεγόμενο «Στα Μούτρα Θέατρο» στα πλαίσια της λογικής «τρίβω-στα-μούτρα-σας-τον-κόσμο-που-μου-κληροδοτήσατε». Στον απόηχο αυτής της κατάστασης, μόλις στα 28 της χρόνια έθεσε τέλος στη ζωή της, όταν βρέθηκε κρεμασμένη στην ψυχιατρική κλινική όπου νοσηλευόταν μετά την πρώτη αποτυχημένη απόπειρα αυτοκτονίας της. Όμως, η ίδια μας απαλλάσσει από τη σκέψη που μόλις κάναμε όλοι: «Δεν έχω επιθυμία θανάτου κανείς αυτόχειρας ποτέ δεν είχε» αλλά «το κακόβουλο πνεύμα της ηθικής των πολλών δεν αφήνει και πολλά περιθώρια». Η Σάρα Κέιν από πολλούς χαρακτηρίζεται ως καταθλιπτική και σοκαριστική, όμως εκείνη δεν αποδέχεται αυτούς τους χαρακτηρισμούς για τον εαυτό της: ‘Δε θεωρώ τα έργα μου καταθλιπτικά, ούτε πιστεύω ότι τους λείπει η ελπίδα’.
«Δεν είναι ότι δεν ξέρουμε, αλλά ότι δε νιώθουμε.» Η βία κι η σκληρότητα που βρίσκονται στα έργα της Κέιν συναντώνται και στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα αυτού του κόσμου. Η αγάπη είναι λύση, σανίδα σωτηρίας. Μέσα από τα κείμενά της φαίνεται ένας άνθρωπος που μπορεί να αγαπήσει, που είναι ικανός να νιώσει. Να νιώσει στο πετσί του τον πόνο και να κραυγάσει στην ύστατη προσπάθεια να τον νικήσει. Να νιώσει την αδιαφορία και να θελήσει να τη διαπεράσει. Κανείς δεν μπορεί να πληγεί τόσο βαθιά εάν δεν διαθέτει ο ίδιος μεγάλο βάθος. Ποιος είναι τελικά ο άρρωστος και ποιος ο υγιής; Πού σταματά η πραγματική αγωνία και πού αρχίζει η αναπαράσταση της;

Τρίτη 7 Οκτωβρίου 2014

Τα τραγούδια των ανθρώπων

Τα τραγούδια των ανθρώπων
είναι πιο όμορφα από τους ίδιους
πιο βαριά από ελπίδα
πιο λυπημένα
πιο διαρκή.

Πιότερο απ' τους ανθρώπους
τα τραγούδια τους αγάπησα.
Χωρίς ανθρώπους μπόρεσα να ζήσω,
όμως ποτέ χωρίς τραγούδια
μου 'τυχε ν' απιστήσω κάποτε
στην πολυαγαπημένη μου,
όμως ποτέ μου στο τραγούδι
που τραγούδησα για αυτήν
ούτε ποτέ και τα τραγούδια
μ' απατήσανε.

Όποια κι αν είναι η γλώσσα τους
πάντοτε τα τραγούδια τα κατάλαβα.

Σ'αυτόν τον κόσμο τίποτα
απ' όσα μπόρεσα να πιω
και να γευτώ
απ' όσες χώρες γνώρισα
απ' όσα μπόρεσα να αγγίξω
και να νιώσω
τίποτα, τίποτα
δε μ' έκανε έτσι ευτυχισμένον
όσο τα τραγούδια...

Ναζίμ Χικμέτ
απόδοση Γιάννης Ρίτσος


Ο Ναζίμ Χικμέτ (20/11/1901 - 3/6/1963) ήταν Τούρκος ποιητής και δραματουργός, τα έργα του οποίου μεταφράστηκαν σε πολλές γλώσσες. Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη και υπήρξε μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος της Τουρκίας. Πέθανε στη Μόσχα από καρδιακή προσβολή.
Αν και τα πρώτα του ποιήματα γράφτηκαν με συλλαβικό μέτρο, ο Χικμέτ σταδιακά απομακρύνθηκε από τα στενά πλαίσια του μέτρου και της ομοιοκαταληξίας και άρχισε να αναζητεί νέα μορφή για τα ποιήματά του. Κατά τη διάρκεια των πρώτων χρόνων διαμονής του στη Σοβιετική Ένωση (1922-1925), η αναζήτηση αυτή έφτασε στο αποκορύφωμά της. Προτίμησε τον ελεύθερο στίχο, ο οποίος ταίριαζε και με την πλούσια φωνολογία της τουρκικής γλώσσας. Επηρεάστηκε κυρίως από το Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι. Πολλά από τα ποιήματά του μελοποιήθηκαν από το γνωστό Τούρκο συνθέτη Ζουλφού Λιβανελί, ενώ αρκετά μελοποιήθηκαν και από το συνθέτη Μάνο Λοΐζο και τον Θάνο Μικρούτσικο. Με υπουργικό διάταγμα ο ποιητής ανέκτησε, μετά θάνατον, την τουρκική υπηκοότητα που του αφαιρέθηκε το 1951 εξαιτίας των πολιτικών του πεποιθήσεων.

Σάββατο 4 Οκτωβρίου 2014

Ο Τρελός

Με ρώτησες πώς έγινα τρελός.

Να πώς:

Μιαν αυγή,

καιρό πολύ πριν γεννηθούνε άμετροι θεοί,

ξύπνησα από ένα λήθαργο

κι είδα πως μου είχαν κλέψει όλες τις μάσκες μου -

τις εφτά μάσκες που είχα δημιουργήσει

κι είχα φορέσει σ’ εφτά ζωές.

΄Ετρεξα τότε ακάλυπτος στους κοσμοπλημμυρισμένους δρόμους φωνάζοντας:

“Κλέφτες, κλέφτες, καταραμένοι κλέφτες!”

Πολλοί άντρες και γυναίκες με περιγέλασαν,

κι άλλοι έτρεξαν φοβισμένοι στα σπίτια τους.

Σαν έφτασα στην αγορά,

ένας νέος πάνω από μια στέγη φώναξε:

“Είναι τρελός!”.

Σήκωσα το κεφάλι για να τον δω.

Τότε,

για πρώτη φορά,

ο ήλιος φίλησε το γυμνό πρόσωπό μου

και η ψυχή μου γέμισε αγάπη για τον ήλιο,

κι απ΄τη στιγμή εκείνη δεν ήθελα πια τις μάσκες μου.

Και εκστασιασμένος φώναξα:

” Ευλογημένοι,

ευλογημένοι εκείνοι που έκλεψαν τις μάσκες μου!”

Έτσι έγινα τρελός.

Και μέσα στην τρέλα μου βρήκα και τα δυο:

λευτεριά και σιγουριά.

Τη λευτεριά της μοναξιάς

και τη σιγουριά πως δεν με καταλαβαίνουν.

Γιατί αυτοί που μας καταλαβαίνουν

κάτι υποδουλώνουν μέσα μας…

Αλλά, ας μην είμαι και τόσο περήφανος για τη σιγουριά μου.

Κι ένας κλέφτης ακόμα,

όταν είναι φυλακισμένος,

είναι προφυλαγμένος από έναν άλλον κλέφτη.


Halil Gibran

Δευτέρα 11 Αυγούστου 2014

Διάλογος στο κομμωτήριο

Ήδη από τη δεκαετία του 1930, ο γνωστός ψυχαναλυτής Wilhelm Reich είχε αντιληφθεί την ανάγκη απλοποίησης βασικών ιδεών της οικονομικής ανάλυσης του Μαρξ, ώστε αυτές να γίνουν προσιτές στον καθένα, με τον ίδιο τρόπο που ο Errico Malatesta παρουσίασε την αναρχική του σκέψη μέσα απ’ το έργο Στο Καφενείο, Συζητήσεις για τον Αναρχισμό. Ο παρακάτω διάλογος, μεταξύ ενός βοηθού κομμωτή κι ενός πελάτη, δημοσιεύτηκε το 1935 με το ψευδώνυμο Ernst Parell για το Zeitschrift für politische Psychologie und Sexualökonomie (vol.2, no.1) όσο ήταν εξόριστος στη Δανία. Μέσα από το διάλογο, ο βοηθός αναπτύσσει, δίχως να του το διδάξει κανείς και μόνο με τις βοηθητικές ερωτήσεις του πελάτη, βασικές σκέψεις του Μαρξ, όπως η θεωρία της υπεραξίας.

Βοηθός: Χτένισμα ή κούρεμα;

Πελάτης: Koύρεμα, αλλά τετράγωνο παρακαλώ, όχι στρογγυλό.

(παύση)

Βοηθός: Πώς βλέπετε την εποχή μας;

Πελάτης: Χάλια. Που θα πάει όλο αυτο;

Βοηθός: Οι χούλιγκαν θα κόψουν ο ένας το λαιμό του άλλου κι εμείς θα υποστούμε τα χειρότερα, όποιος κι αν νικήσει, είτε οι Κομμουνιστές, είτε οι Ναζί. Είναι το ίδιο πράγμα.

Πελάτης: Ίσως έχετε δίκιο. Δεν ξέρω από πολιτική.

Βοηθός: Είμαι χαρούμενος που έχω μια δουλειά και τα βγάζω πέρα. Όσο για τα υπόλοιπα, το μόνο που θέλω είναι να ζήσω μια ήρεμη ζωή.

Πελάτης: Μπορώ να ρωτήσω πόσα χρήματα βγάζετε απ’ αυτή τη δουλειά;

Βοηθός: 100 μάρκα το μήνα.

Πελάτης: Τα βγάζετε πέρα με αυτά;

Βοηθός: Οριακά. Θα ήθελα να παντρευτώ, αλλά θα πάρει καιρό μέχρι εγώ και η μνηστή μου να βάλουμε στην άκρη αρκετά ώστε να νοικιάσουμε ένα διαμέρισμα. Δουλεύω εδώ και δέκα χρόνια σ’ αυτό το μαγαζί αλλά ακόμη δεν έχω μαζέψει αρκετά.

Πελάτης: Το αφεντικό πώς είναι;

Βοηθός: Είναι καλός άνθρωπος. Μερικές φορές είναι λιγάκι κακόκεφος, αλλά εγώ τα πάω καλά μαζί του.

Πελάτης: Πόσους πελάτες εξυπηρετείτε κάθε μέρα;

Βοηθός: Δέκα με δεκαπέντε. Το Σάββατο είναι περισσότεροι.

Πελάτης: Οπότε αυτό σημαίνει πως 15 πελάτες πληρώνουν συνολικά 15 μάρκα στην επιχείρηση. Εσείς όμως παίρνετε μόνο 3.50 κάθε μέρα. Τι γίνεται με τα υπόλοιπα;

Βοηθός: Δε λάβατε υπόψη τα έξοδα της επιχείρησης. Ρεύμα, τηλέφωνο, ασφάλεια, εξοπλισμός, ενοίκιο, είναι αρκετά έξοδα.

Πελάτης: Θα μ’ ενδιέφερε να μάθω πόσα.

Βοηθός: (σκέφτεται για λίγο) Υποθέτω πως είναι τουλάχιστον 3 [1] μάρκα.

Πελάτης: Οκ, αλλά απ’ τους υπολογισμούς μας λείπουν ακόμη 9-10 μάρκα.

Βοηθος: Ναι, αλλά η επιχείρηση πρέπει να βγάλει πλεόνασμα, αφού το αφεντικό παίρνει μεγάλο ρίσκο. Για παράδειγμα, κάποιες μέρες έχουμε λιγότερους πελάτες ή κακές στιγμές.

Πελάτης: Αυτό σημαίνει πως παίρνετε περισσότερα όταν η επιχειρήση πηγαίνει πολύ καλύτερα;

Βοηθός: Οχι, γιατί θα έπρεπε; Παίρνω σταθερό μισθό.

Πελάτης: Δε μπορώ να καταλάβω. Όταν δουλεύετε περισσότερο, δεν πληρώνεστε περισσότερο; Σας κρατά χρήματα για τις κακές εποχές αλλά δεν σας δίνει τα ανάλογα στις καλές;

Βοηθός: Έχετε απόλυτο δίκιο.

Πελάτης: Αν καταλαβαίνω καλά, παράγετε, αφού βγάλουμε όλα τα έξοδα, από 10 έως 12 μάρκα περίπου τη μέρα κι εσείς παίρνετε 3 με 3,5 μάρκα. Και αν οι καιροί γίνουν σταθερά κακοί για την επιχείρηση, θα σας απολύσει, και στην περίπτωση αυτή το απόθεμα δεν θα έχει καμία χρησιμότητα για εσάς. Οπότε, πώς χρησιμοποιεί στην πραγματικότητα αυτά τα χρήματα;

Βοηθός: Να, για παράδειγμα το αφεντικό πρέπει να πάρει σύγχρονα μηχανήματα. Αυτή τη στιγμή αντικαθιστούμε τα ψαλίδια χειρός με ηλεκτρικά για παράδειγμα.

Πελάτης: Και τι σημαίνει αυτό;

Βοηθός: (έκπληκτος) Τι, δεν το καταλαβαίνετε; Eίναι πολύ απλό.Τώρα μπορώ να εξυπηρετήσω 10 πελάτες σε μια μέρα, ενώ μετά θα έχω τη δυνατότητα να εξυπηρετήσω 20, αφού το κούρεμα θα είναι πιο γρήγορο.

Πελάτης: Και κάθε ένας απ’ αυτούς τους 20 θα πληρωνει ένα μάρκο, όπως πριν. Κι εσείς, πόσα θα παίρνετε τότε;

Βοηθός (ακόμη πιο έκπληκτος): Φυσιολογικά, θα συνεχίσω να παίρνω τα 100 μου μάρκα.

Πελάτης: Συγχωρήστε με που γίνομαι αδιάκριτος, είμαι λίγο μπερδεμένος και μάλλον έκπληκτος. Με τα καινούργια βελτιωμένα μηχανήματα θα κερδίζετε 20 μάρκα γι’ αυτόν, αλλά εσείς θα συνεχίσετε να παίρνετε 3.50. Αυτό σημαίνει ότι το πλέονασμα από 8 μάρκα θα γίνει περίπου 13; Που πηγαίνουν αυτά τα λεφτά;

Βοηθός: (ξύνει το κεφάλι του) Βασικά, έχετε δίκιο. Είναι μια καλή ερώτηση αλλά, ξέρετε, κουράζομαι τόσο πολυ στη δουλειά και δεν έχω αρκετή ενέργεια ώστε να σκεφτώ. Είμαι χαρούμενος αν μπορώ να ξεκουράζομαι λίγο και να κρατάω τη δουλειά μου. Ξέρετε, την επόμενη εβδομάδα δύο απ’ τους πέντε συναδέλφους μου απολύονται και πρέπει να διασφαλίσω πως δεν θ΄απολυθώ κι εγώ.

Πελάτης: Θα πρέπει να είναι αρκετά άσχημο να στέκεσαι 10 ώρες σε μια μέρα στο μαγαζί. Με τις άδειες τι γίνεται;

Βοηθός: Α, ναι. Παίρνω ένα δεκαπενθήμερο κάθε χρόνο, αλλά καθώς παίρνουν κι άλλοι άδειες, εγώ τότε πρέπει να δουλέψω περισσότερο. Και τώρα το αφεντικό φεύγει για δύο μήνες.

Πελάτης: Που βρίσκει τα λεφτά ώστε να λείψει για τόσο πολύ;

Bοηθός: Έχει μία βίλα στο Dahlen.

Πελάτης: Μπα! Πώς κι έτσι;

Βοηθός: Μα είναι ιδιοκτήτης αυτής της επιχείρησης εδώ και 30 χρόνια.

Πελάτης: Α, ώστε έτσι. Εργάζεται;

Βοηθός: Α, όχι, μόνο μερικές φορές απλώς βοηθάει. Αλλά είναι μια επιτυχημένη επιχείρηση.

Πελάτης: Κοιτάξτε, δεν καταλαβαίνω τίποτε γι’ αυτά τα πράγματα αλλά μου φαίνεται πως αυτή η βίλα και οι καλοκαιρινές του διακοπές πληρώνονται απ’ τα 8 ή τα 13 μάρκα που κερδίζετε για το «πλέονασμα της επιχείρησης».

Βοηθός: Ω, δε νομίζω. Αλλά ίσως έχετε δίκιο, είναι περίεργο. Θα ήθελα να συζητήσω κάποια στιγμή μαζί σας. Ισως τελικά το συμπέρασμα σας να είναι λογικό.

Σημείωση
[1] Στο πρωτότυπο κείμενο, αναφέρεται το ποσό των 8 μάρκων σε αυτό το σημείο, πιθανότατα λόγω τυπογραφικού λάθους.

Μετάφραση κειμένου του Wilhelm Reich από eagainst.com/μεταφραστική ομάδα

Πηγή αγγλικής μετάφρασης του κειμένου του Wilhelm Reich, theoryandpractice.org.uk


Wilhelm Reich, 1935

Παρασκευή 8 Αυγούστου 2014

η αγάπη

η αγάπη
μοιάζει με δυο ποτήρια σε στιγμή ενθουσιασμού
ντιγκ
λάμψη
θρύψαλα

Οδυσσέας Ελύτης

Πέμπτη 7 Αυγούστου 2014

Μαθαίνεις

Μετά από λίγο μαθαίνεις
την ανεπαίσθητη διαφορά
ανάμεσα στο να κρατάς το χέρι
και να αλυσοδένεις μια ψυχή.

Και μαθαίνεις πως Αγάπη δε σημαίνει στηρίζομαι
Και συντροφικότητα δε σημαίνει ασφάλεια

Και αρχίζεις να μαθαίνεις
πως τα φιλιά δεν είναι συμβόλαια
Και τα δώρα δεν είναι υποσχέσεις

Και αρχίζεις να δέχεσαι τις ήττες σου
με το κεφάλι ψηλά και τα μάτια ορθάνοιχτα
Με τη χάρη μιας γυναίκας
και όχι με τη θλίψη ενός παιδιού

Και μαθαίνεις να φτιάχνεις
όλους τους δρόμους σου στο Σήμερα,
γιατί το έδαφος του Αύριο
είναι πολύ ανασφαλές για σχέδια
…και τα όνειρα πάντα βρίσκουν τον τρόπο
να γκρεμίζονται στη μέση της διαδρομής.

Μετά από λίγο καιρό μαθαίνεις…
Πως ακόμα κι η ζέστη του ήλιου
μπορεί να σου κάνει κακό.

Έτσι φτιάχνεις τον κήπο σου εσύ
Αντί να περιμένεις κάποιον
να σου φέρει λουλούδια

Και μαθαίνεις ότι, αλήθεια, μπορείς να αντέξεις
Και ότι, αλήθεια, έχεις δύναμη
Και ότι, αλήθεια, αξίζεις
Και μαθαίνεις… μαθαίνεις
…με κάθε αντίο μαθαίνεις

Χόρχε Λούις Μπόρχες

Τρίτη 5 Αυγούστου 2014

Κόκκινος, μαύρος και ανήξερος

ΤΕΡΑΣ

Μοναδικό ανάμεσα στα πλάσματα γνωρίζουμε ότι περνάμε από την γέννηση
στον θάνατο
Και θέλουμε να διδάξουμε κάθε νέο μυαλό να είναι διαυγές όσο ένας κρυστάλλινος ωκεανός στον οποίο να βλέπουμε ίσαμε τον πυθμένα και από ακτή σε ακτή

Μιλάμε για τα παιδιά μας πριν αυτά γεννηθούν
Τα κουβαλάμε πριν καν τα κρατήσουμε
Διπλώνουμε τα ρούχα και στρώνουμε το κρεβάτι τους προτού καν ξυπνήσουν
Σπέρνουμε και θερίζουμε και εμπορευόμαστε το φαγητό τους πριν καν φάνε
Για αυτά χτίζουμε δρόμους προτού καν περπατήσουν
Και τα προστατεύουμε από την αρρώστια προτού καν πάρουν
ανάσα
Για τρείς εποχές μεγαλώνουν στην κοιλιά ενώ ο κόσμος
μπορεί να γεράσει δέκα χιλιάδες χρόνια
Σαν γεννηθούν τα χέρια μηχανικών οικονόμων κτιστών πιλότων σχεδιαστών διαχειριστών οδηγών κηπουρών
ενώνονται για να τα υποδεχτούν
Ποτέ ξενιτεμένος ήρωας δεν έγινε πιο καλοδεχούμενος από πατρίδα
Ποτέ πρόεδρος δεν ανέλαβε γραφείο με μεγαλύτερη επισημότητα
Ποτέ νικητής δεν βρήκε υποδοχή με τόση χαρά
Δεν θα πρέπει να μας ξαφνιάζει που στο παρελθόν τα παιδιά θεωρούσαν
ότι τον κόσμο τον πρόσεχαν θεοί

Όμως τώρα τα σκοτώνουμε.

ΜΗΤΕΡΑ.

Στο παρελθόν βρέθηκαν επιζώντες να πουν ότι ξαφνικά ο
κόσμος έγινε μέρος παιχνιδιών
Μια πελώρια κόκκινη μπάλα φούσκωσε στον ουρανό
Σπίτια τραντάχτηκαν όπως τρέμουν τα κουκλόσπιτα όταν τα μετακινούν
παιδιά
Μικρά πράγματα έγιναν μεγάλα και μεγάλα πράγματα εξαφανίστηκαν
Πολλοί ανέφεραν ότι το σύννεφο έλαμπε σαν πυρά
Και ότι οι τραυματίες παραμιλούσαν στις περίεργες γλώσσες
που χρησιμοποιούν τα παιδιά όταν παριστάνουν τους ξένους

Δεν είδα ούτε άκουσα αυτά τα πράγματα
Καθόμουν μόνη στο δωμάτιό μου
Εκείνο το πρωί το παιδί κουνήθηκε στην κοιλία μου σα να
ήθελε να το βάλει στα πόδια μακριά από τον κόσμο
Μέσα από τα τοιχώματα της κοιλιάς είχε νιώσει τον φόβο του κόσμου
Το κεφάλι μου λοιπόν ήταν γερμένο καθώς άκουγα
Ήμουν τόσο προσηλωμένη που δεν άκουσα τις εκρήξεις και χωρίς να γνωρίζω πέρασα στον θάνατο
Oι σπασμοί του κορμιού μου πλάκωσαν το παιδί
Η σάρκα μου έσκασε και τον πέταξε στον φούρνο
του φλεγόμενου σπιτιού μου

ΤΕΡΑΣ
Όταν οι πύραυλοι κατέστρεψαν τον κόσμο
τα πάντα σφύριξαν
Όλες οι σκληρές επιφάνειες και οι σκληρές γωνίες σφύριξαν
Στόμια από φαρμακευτικά μπουκάλια και μπουκάλια ουίσκι

Μαρκίζες δικαστηρίων και κτήρια γραφείων
Ρωγμές σε βράχους
Σφύριξαν με απαξία
Καθώς τα λάστιχα σταμάτησαν να στριγκλίζουν οι άνεμοι σφύριξαν στα
σπασμένα παράθυρα
Πόρτες και αναπηρικά καροτσάκια – κάποια άδεια, άλλα κουβαλώντας
αρρώστους και σακατεμένους – σφύριξαν καθώς πέταξαν ψηλά πάνω από τις μεγάλες πεδιάδες
Τα βουνά σφύριξαν
Οι τελευταίες ανάσες σφύριξαν μέσα από νεκρά στόματα
Και καθώς οι σάρκες καίγονταν στα πρόσωπα τα κρανία σφύριξαν
Επιφάνειες πολύ μαλακές για να σφυρίξουν πήραν φωτιά και οι φωτιές σφύριξαν
Η καρδιά αναπήδησε σαν πουλί στο φλεγόμενο κλουβί του και τα
πλευρά σφύριξαν
Η γη σφύριξε με απαξία
Με την απόλυτη απαξία προς τον δημιουργό της πλάσης
Με απαξία στην απαξία
Που έπνιξε τους ήχους από τις εκρήξεις και τις τελευταίες
κραυγές των αφεντάδων του κόσμου
Ολόκληρος ο κόσμος σφύριξε με απαξία προς τον δημιουργό
της πλάσης

ΜΗΤΕΡΑ. Αυτό είναι το παιδί που η μήτρα μου πέταξε στην φωτιά

ΤΕΡΑΣ. Τώρα θα σας δείξουμε σκηνές από την ζωή που δεν
έζησα
Αν ό,τι δείτε μοιάζει τέτοιο που τα ανθρώπινα πλάσματα δεν θα
επέτρεπαν να συμβεί δεν έχετε διαβάσει την ιστορία
του καιρού σας[...]

Edward Bond, The Warplays: Part I, Red Black and Ignorant

Δευτέρα 4 Αυγούστου 2014

Τείχη

Χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ
μεγάλα κ’ υψηλά τριγύρω μου έκτισαν τείχη.

Και κάθομαι και απελπίζομαι τώρα εδώ.
Άλλο δεν σκέπτομαι: τον νουν μου τρώγει αυτή η τύχη·

διότι πράγματα πολλά έξω να κάμω είχον.
A όταν έκτιζαν τα τείχη πώς να μην προσέξω.

Aλλά δεν άκουσα ποτέ κρότον κτιστών ή ήχον.
Aνεπαισθήτως μ’ έκλεισαν από τον κόσμον έξω.


Κωνσταντίνος Καβάφης, Ποιήματα 1897-1933

Σάββατο 2 Αυγούστου 2014

I am troubled

I am troubled
Immeasurably
By your eyes

I am struck
By the feather
of your soft
Reply

The sound of glass
Speaks quick
Disdain

And conceals
What your eyes fight
To explain

Jim Morrison, Poems (1966-1971)

"Expose yourself to your deepest fear; 
after that, fear has no power, 
and the fear of freedom shrinks and vanishes.
You are free."(6/12/1943-3/7/1971)

Τρίτη 29 Ιουλίου 2014

Πριν τους αλλάξει ο χρόνος

Λυπήθηκαν μεγάλως στον αποχωρισμό των.
Δεν τόθελαν αυτοί· ήταν η περιστάσεις.
Βιοτικές ανάγκες εκάμνανε τον ένα
να φύγει μακρυά — Νέα Υόρκη ή Καναδά.
Η αγάπη των βεβαίως δεν ήταν ίδια ως πριν·
είχεν ελαττωθεί η έλξις βαθμηδόν,
είχεν ελαττωθεί η έλξις της πολύ.
Όμως να χωρισθούν, δεν τόθελαν αυτοί.
Ήταν η περιστάσεις.— Ή μήπως καλλιτέχνις
εφάνηκεν η Τύχη χωρίζοντάς τους τώρα
πριν σβύσει το αίσθημά των, πριν τους αλλάξει ο Χρόνος·
ο ένας για τον άλλον θα είναι ως να μένει πάντα
των είκοσι τεσσάρων ετών τ’ ωραίο παιδί.



Κωνσταντίνος Καβάφης, Ποιήματα 1897-1933

Δευτέρα 21 Ιουλίου 2014

Σαν δέσμη από τριαντάφυλλα

Σαν δέσμη από τριαντάφυλλα
είδα το βράδυ αυτό.
Κάποια χρυσή, λεπτότατη
στους δρόμους ευωδιά.
Και στην καρδιά
αιφνίδια καλοσύνη.
Στα χέρια το παλτό,
στ' ανεστραμμένο πρόσωπο η σελήνη.
Ηλεκτρισμένη από φιλήματα
θα 'λεγες την ατμόσφαιρα.
Η σκέψις, τα ποιήματα,
βάρος περιττό.

Έχω κάτι σπασμένα φτερά.
Δεν ξέρω καν γιατί μας ήρθε
το καλοκαίρι αυτό.
Για ποιαν ανέλπιστη χαρά,
για ποιες αγάπες
για ποιο ταξίδι ονειρευτό.


Κώστας Καρυωτάκης


(30 Οκτωβρίου 1896 – 21 Ιουλίου 1928) [...] Κοινωνικός ποιητής ο Καρυωτάκης και συγχρόνως ποιητής της εσωτερικής προσωπικής περιπέτειας, ένωσε τις άκρες των δύο τάσεων, προκαλώντας την τρομερή ηλεκτρική κένωση στο σώμα της λογοτεχνίας μας. Υπήρξε ψυχρός ποιητής, χωρίς αναπτύξεις στην έκφραση, χωρίς μηρυκασμούς στην έμπνευση, συντάκτης του ισολογισμού: ουσία της ποίησης - κοινωνικοί όροι ύπαρξής της. Νομιμοποίησε συγχρόνως και το μόνο δυνατό γλωσσικό ιδίωμα στην νεοελληνική ποίηση, απορρίπτοντας όλον τον τεχνητό γλωσσικό εφιάλτη της εποχής. Ποιητές-ανακαινιστές της γλώσσας μπορούν να υπάρξουν μόνο σε έθνη που δεν έχουν απομακρυνθεί ακόμη πολύ από το βαρβαρικό (με την σωστή σημασία της λέξης) παρελθόν τους, σε έθνη δηλ. που η γλώσσα τους βρίσκεται σε ακμή και ανάπτυξη. Τα έθνη με πανάρχαιες, ερειπωμένες πια γλώσσες, έχουν χάσει το παιχνίδι στον τομέα αυτόν. Δεν υπάρχει άλλο γλωσσικό ιδίωμα για την ελληνική ποίηση, παρά η γλώσσα του πρόσφυγα, του μετανάστη, του εξόριστου, της διασποράς, η γλώσσα του έλληνα σε συνεχή κατάσταση ανάγκης. Από δω και η καταγωγή της ποπ-καθαρεύουσας των υπερρεαλιστών, άσχετα αν σήμερα κατάντησε να γίνει η γλώσσα της ανεκδοτολογικής ποίησης.[...]

Βύρων Λεοντάρης, Θέσεις για τον Καρυωτάκη

Παρασκευή 18 Ιουλίου 2014

Η θάλασσα

Η θάλασσα είναι σαν τον έρωτα:
μπαίνεις και δεν ξέρεις αν θα βγεις.
Πόσοι δεν έφαγαν τα νιάτα τους –
μοιραίες βουτιές, θανατερές καταδύσεις,
γράμπες, πηγάδια, βράχια αθέατα,
ρουφήχτρες, καρχαρίες, μέδουσες.
Αλίμονο αν κόψουμε τα μπάνια
Μόνο και μόνο γιατί πνίγηκαν πεντέξι.
Αλίμονο αν προδώσουμε τη θάλασσα
Γιατί έχει τρόπους να μας καταπίνει.
Η θάλασσα είναι σαν τον έρωτα:

χίλιοι τη χαίρονται – ένας την πληρώνει.


Ντίνος Χριστιανόπουλος, 1962

Δευτέρα 14 Ιουλίου 2014

Το Σύνταγμα της Ηδονής

Μη ομιλείτε περί ενοχής, μη ομιλείτε περί ευθύνης. Όταν περνά το Σύνταγμα της Ηδονής με μουσικήν και σημαίας· όταν ριγούν και τρέμουν αι αισθήσεις, άφρων και ασεβής είναι όστις μένει μακράν, όστις δεν ορμά εις την καλήν εκστρατείαν, την βαίνουσαν επί την κατάκτησιν των απολαύσεων και των παθών.

Όλοι οι νόμοι της ηθικής — κακώς νοημένοι, κακώς εφαρμοζόμενοι — είναι μηδέν και δεν ημπορούν να σταθούν ουδέ στιγμήν, όταν περνά το Σύνταγμα της Ηδονής με μουσικήν και σημαίας.

Μη αφήσεις καμίαν σκιεράν αρετήν να σε βαστάξει. Μη πιστεύεις ότι καμία υποχρέωσις σε δένει. Το χρέος σου είναι να ενδίδεις, να ενδίδεις πάντοτε εις τας Επιθυμίας, που είναι τα τελειότατα πλάσματα των τελείων θεών. Το χρέος σου είναι να καταταχθείς πιστός στρατιώτης, με απλότητα καρδίας, όταν περνά το Σύνταγμα της Ηδονής με μουσικήν και σημαίας.Μη κλείεσαι εν τω οίκω σου και πλανάσαι με θεωρίας δικαιοσύνης, με τας περί αμοιβής προλήψεις της κακώς καμωμένης κοινωνίας. Μη λέγεις, Τόσον αξίζει ο κόπος μου και τόσον οφείλω να απολαύσω. Όπως η ζωή είναι κληρονομία και δεν έκαμες τίποτε διά να την κερδίσεις ως αμοιβήν, ούτω κληρονομία πρέπει να είναι και η Ηδονή.

Μη κλείεσαι εν τω οίκω σου· αλλά κράτει τα παράθυρα ανοικτά, ολοάνοικτα, διά να ακούσεις τους πρώτους ήχους της διαβάσεως των στρατιωτών, όταν φθάνει το Σύνταγμα της Ηδονής με μουσικήν και σημαίας.

Μη απατηθείς από τους βλασφήμους όσοι σε λέγουν ότι η υπηρεσία είναι επικίνδυνος και επίπονος. Η υπηρεσία της ηδονής είναι χαρά διαρκής. Σε εξαντλεί, αλλά σε εξαντλεί με θεσπεσίας μέθας. Και επιτέλους όταν πέσεις εις τον δρόμον, και τότε είναι η τύχη σου ζηλευτή. Όταν περάσει η κηδεία σου, αι Μορφαί τας οποίας έπλασαν αι επιθυμίαι σου θα ρίψουν λείρια και ρόδα λευκά επί του φερέτρου σου, θα σε σηκώσουν εις τους ώμους των έφηβοι θεοί του Ολύμπου, και θα σε θάψουν εις το Κοιμητήριον του Ιδεώδους όπου ασπρίζουν τα μαυσωλεία της ποιήσεως.

Κωνσταντίνος Καβάφης, (1894-1897;)



Τετάρτη 2 Ιουλίου 2014

Φυλακισμένα σώματα

Σε μια κοινωνία που γίνεται όλο και πιο συντηρητική, ακούγεται από παντού πόσο απελευθερωμένοι και προοδευτικοί είμαστε πια. Αφού έχει υπάρξει ένας Μάης του '68, οι γυναίκες μορφώνονται και εργάζονται, μπορούν να πάρουν διαζύγιο και να επιλέξουν τον ερωτικό τους σύντροφο σίγουρα έχουμε πετάξει από πάνω μας τα κατάλοιπα του συντηρητισμού... Εδώ μπορεί να υπάρχει ένα gay pride!
Μπα; Αν οι γυναίκες είναι τόσο άνετες με την ύπαρξή τους γιατί όλο και περισσότερες υποφέρουν από διατροφικές διαταραχές, γιατί προσπαθούν να χωρέσουν σε Size 0, να κόψουν και να ράψουν το σώμα τους για να ανταποκριθούν στα πρότυπα που άλλοι έχουν δημιουργήσει γι' αυτές; Έχω ακούσει αρκετές φορές πως πλέον δεν υπάρχει σεξισμός. Απόδειξη ότι και οι άντρες πλένουν πιάτα [...] και άλλα παρόμοια. Όμως κάτω από την επιφάνεια τι είναι αυτό που υποβόσκει; Γεννιόμαστε και μεγαλώνουμε σε μια κοινωνία όπου τα πρότυπα συμπεριφοράς δοκιμάζουν να περάσουν αναλλοίωτα από γενιά σε γενιά: παίξε με τις κούκλες σου, κάτσε ήσυχα, σπούδασε, σώπα, κοίτα τον εαυτό σου, ώρα να νοικοκυρευτείς, πότε θα μου κάνεις ένα εγγονάκι; Με αυτή τη σειρά οι απορίες των γονιών που έτσι έχουν μάθει, έτσι σου λένε να ζήσεις κι εσύ. Κι αναρωτιέμαι αν αυτά τα προκαθορισμένα που έχουν μπηχτεί στο κεφάλι μας από πάντα δεν μας επηρεάζουν στο τι θέλουμε ή στο τι νομίζουμε πως θέλουμε για μας.
Η τηλεόραση έχει γέλιο...μέχρι δακρύων. Ο απλοϊκός τρόπος που παρουσιάζουν τους ανθρώπους και τη συμπεριφορά και τις ανάγκες τους, φτάνει στα όρια του γελοίου. Η Μοιραία γυναίκα (απαραιτήτως αδύνατη και πλαστικοποιημένη), ο ισχυρός αδίστακτος άντρας (που φυσικά έχει πατήσει επί πτωμάτων για να ανέβει κοινωνικά και να ελέγχει), ο σκληρός και πολύ μάγκας (που καμιά δεν μπορεί να του αντισταθεί) και μερικοί ακόμα μαύροι/άσπροι χαρακτήρες που είναι λες και ξεπήδησαν από ελληνική ταινία του '60 με μερικές μετατροπές για να μη φαίνονται τελείως χαζοί. Αν επεκταθούμε στο θέμα των διαφημίσεων...των σταρ κ.ο.κ. έχουμε ένα χοντροκομμένο σχήμα του ποια είναι τα πρότυπα που "πρέπει" να ακολουθήσουμε.
Εδώ πρέπει να πω ότι σε καμιά περίπτωση δεν πιστεύω πως όλα αυτά είναι μια μυστική συνωμοσία των αντρών για να μας έχουν του χεριού τους. Υποστηρίζω πως κι αυτοί είναι θύματα μιας κουλτούρας που φυλακίζει το σώμα και την ανθρώπινη σεξουαλικότητα. Οι άντρες δεν κλαίνε και πρέπει να' ναι γαμιάδες και κυνηγοί κι αν χρειάζεται να ρίχνουν και καμιά σφαλιάρα στην γκόμενά τους, ή έτσι έχουν αναγκαστεί να μοιάζουν για να περάσουν το τεστ της κανονικότητας. Οποιαδήποτε ένδειξη ευαισθησίας φέρνει κακεντρέχεια και υπόνοιες αν αυτός ο κάποιος φέρνει σε γκέι...που κουβαλάει ακόμα αρνητικό πρόσημο όσο κι αν τα πράγματα έχουν προχωρήσει. Την ίδια στιγμή που οι περισσότερες διαφημίσεις μέρα μεσημέρι θυμίζουν τσόντα, το ΕΣΡ κόβει ένα ομοφυλοφιλικό φιλί και στο δρόμο ακόμα κάποιοι δυσανασχετούν αν ένα ζευγάρι (οποιουδήποτε προσανατολισμού) εκφραστεί σε κοινή θέα. Ο γυμνισμός σε μια παραλία ή ακόμα κι αν θα φαίνονται οι ρώγες μιας γυναίκας μέσα από την μπλούζα προκαλεί την κριτική. Για να είσαι "σωστό γκομενάκι" πρέπει να φοράς μίνι και ξώβυζο, αλλά αν σε βιάσουν μπορεί και να φταις λίγο αφού είσαι τσούλα. Tι θα πει πια ο κόσμος; Ντροπή. Έχουμε φτάσει να χρειάζεται να βάλουμε το σώμα μας σε μια γυάλα για να μπορούμε να το διαχειριστούμε.
Το πρώτο πράγμα που φυλακίζεται σε μια καταπιεστική κοινωνία είναι το σώμα, που για μένα είναι το βασικό μέσο που έχουμε για να εκφράσουμε τις σκέψεις και τα αισθήματά μας. Η "κοινή λογική" που μας πλασάρουν μπορεί να κρύψει από τα μάτια μας ακόμη και το ποιοι είμαστε πραγματικά, οδηγώντας σε μια ύπαρξη δυστυχισμένη, περιχαρακωμένη.
Το σεξ αποτελεί ένα απ'τα ακριβότερα "εμπορεύματα" στην καπιταλιστική κοινωνία, άρα τα σώματα παιδιών,γυναικών κι αντρών πουλιούνται κι αγοράζονται από όσους έχουν τη δυνατότητα. Πορνό, μόδα, σόου μπιζ, πορνεία. Το φυσικό σώμα βρίσκεται στο απόσπασμα και αν θέλουμε να έχουμε επαφή με τη σεξουαλικότητά μας πρέπει να το κάνουμε όπως μας λένε, αλλιώς δεν παίζουμε με τους κανόνες τους. Η σκλαβιά του σώματος βέβαια μπορεί να είναι και χειροπιαστή, σ' έναν κόσμο που χτίζονται ολοένα περισσότερες φυλακές, κέντρα κράτησης μεταναστών, ψυχιατρεία για όσους είναι αδύνατον να προσαρμοστούν σε μια κοινωνία αδικίας και παραφροσύνης. (αλλά αυτό είναι κάτι που χρήζει άλλης ανάλυσης)
Σε καιρούς κρίσης διακυβεύεται ακόμα και η ίδια η ύπαρξη και η ζωή μας. Όμως το πρώτο βήμα για να δημιουργήσουμε κάτι νέο, είναι πιστεύω να επαναπροσδιορίσουμε τι είναι όντως και τι μας έχει δοθεί ως αλήθεια. Να ξεπεράσουμε την επιφάνεια του "είμαι απελευθερωμένος" και να ψάξουμε στην ουσία, με πρώτο στοίχημα να επιτρέψουμε στο σώμα να επικοινωνήσει με την επιθυμία και να καθορίσει τα "θέλω" ενάντια στα "πρέπει". Κι αυτό είναι κάτι που δεν μπορεί να γίνει μόνο του, αλλά παράλληλα με την πάλη ενάντια στην ανεργία, το ρατσισμό, τη φτώχεια που με διαφορετικούς τρόπους παραβιάζουν την ελευθερία μας. Απ' τα καλύτερα παραδείγματα είναι οι καθαρίστριες του Υπ. Οικονομικών που κατέβηκαν στο gay pride, ξεπερνώντας όποιες προκαταλήψεις μέσα από τον αγώνα τους. Ο επαναπροσδιορισμός του εαυτού μας επικοινωνεί διαλεκτικά με την αμφισβήτηση του συστήματος που μας έχει γεννήσει, τίποτα απ' τα δύο δεν προηγείται.

reblogged from enjoy magazine

Τρίτη 1 Ιουλίου 2014

Η ζωή μας μια φορά μας δίνεται

Η ζωή μας μια φορά μας δίνεται, άπαξ, που λένε, σα μια μοναδική ευκαιρία.
Τουλάχιστον μ' αυτήν την αυτόνομη μορφή της δεν πρόκειται να ξαναϋπάρξουμε ποτέ.
Και μεις τι την κάνουμε ρε, αντί να την ζήσουμε;
Τι την κάνουμε; Τη σέρνουμε από δω κι από κει δολοφονώντας την...
Οργανωμένη κοινωνία, οργανωμένες ανθρώπινες σχέσεις.
Μα αφού είναι οργανωμένες, πώς είναι σχέσεις;
Σχέση σημαίνει συνάντηση, σημαίνει έκπληξη, σημαίνει γέννα συναισθήματος, πώς να οργανώσεις τα συναισθήματα...
Έτσι, μ'αυτήν την κωλοεφεύρεση που τη λένε ρολόι, σπρώχνουμε τις ώρες και τις μέρες μας σα να είναι βάρος, και μας είναι βάρος, γιατί δε ζούμε, κατάλαβες;
Όλο κοιτάμε το ρολόι, να φύγει κι αυτή η ώρα, να φύγει κι αυτή η μέρα, να έρθει το αύριο, και πάλι φτου κι απ'την αρχή.
Χωρίσαμε τη μέρα σε πτώματα στιγμών, σε σκοτωμένες ώρες που τις θάβουμε μέσα μας, μέσα στις σπηλιές του είναι μας, στις σπηλιές όπου γεννιέται η ελευθερία της επιθυμίας, και τις μπαζώνουμε με όλων των ειδών τα σκατά και τα σκουπίδια που μας πασάρουν σαν "αξίες", σαν “ανάγκες”, σαν "ηθική", σαν "πολιτισμό".
Κάναμε το σώμα μας ένα απέραντο νεκροταφείο δολοφονημένων επιθυμιών και προσδοκιών, αφήνουμε τα πιο σημαντικά, τα πιο ουσιαστικά πράγματα, όπως να παίξουμε και να κουβεντιάσουμε με τα παιδιά και τα ζώα, με τα λουλούδια και τα δέντρα, να παίξουμε και να χαρούμε μεταξύ μας, να κάνουμε έρωτα, να απολαύσουμε τη φύση, τις ομορφιές του ανθρώπινου χεριού και του πνεύματος, να κατεβούμε τρυφερά μέσα μας, να γνωρίσουμε τον εαυτό μας και τον διπλανό μας...
Όλα, όλα Σαλονικιέ τα αφήσαμε για αυτό το αύριο που δε θα έρθει ποτέ...
Μόνο όταν ο θάνατος χτυπήσει κάποιο αγαπημένο μας πρόσωπο πονάμε, γιατί συνήθως σκεφτόμαστε πως θέλαμε να του πούμε τόσα σημαντικά πράγματα, όπως πόσο τον αγαπούσαμε, πόσο σημαντικός ήταν για εμάς… Όμως.. τ’ αφήσαμε για αύριο…
Για να πάμε πού ρε Σαλονικιέ;
Αφού ανατέλλει, δύει ο ήλιος και δεν πάμε πουθενά αλλού, παρά στο θάνατο, και μεις οι μαλάκες αντί να κλαίμε το δειλινό γιατί χάθηκε άλλη μια μέρα απ'τη ζωή μας, χαιρόμαστε.
Ξέρεις γιατί;
Γιατί η μέρα μας είναι φορτωμένη με οδύνη, αντί να είναι μια περιπέτεια, μια σύγκρουση με τα όρια της ελευθερίας μας.
Την καταντήσαμε έναν καθημερινό, χωρίς καμιά ελπίδα ανάστασης, θάνατο, διότι αυτός είναι ο θάνατος. Ο άλλος, όταν γεράσουμε σε αρμονία και ελευθερία με τον εαυτό μας, όταν δηλαδή παραμείνουμε εμείς, δεν είναι θάνατος, είναι μετάβαση, είναι διάσπαση σε μύριες άλλες ζωές, στις οποίες, αν εδώ, σε τούτη τη μορφή ζωής είσαι ζωντανός, αν δε δολοφονήσεις την ουσία σου, εκεί θα δώσεις χάρη και ομορφιά, όπως η Μαρία που φούνταρε προχτές από την ταράτσα για να μην πεθάνει.
Ήρθανε να την πάρουν και η Μαρία είπε το όχι με τον πιο αμετάκλητο τρόπο. Πήγαμε στην κηδεία της και τι άκουσα τον παπά να λέει: "Χους ει και εις χουν απελεύσει". Και τότε κατάλαβα πως η Μαρία σώθηκε. Του χρόνου, όλα τα στοιχεία της, που τα κράτησε ζωντανά σε τούτη τη μορφή ζωής, θα γίνουν πανσέδες, δέντρα, πουλιά, ποτάμια ..."

Χρόνης Μίσσιος, Ο Χρόνης Μίσσιος διαβάζει Χρόνη Μίσσιο, απόσπασμα από την ενότητα Η ζωή μας μια φορά μας δίνεται 2009



Ο Χρόνης Μίσσιος, συγγραφέας, αντιστασιακός, αγωνιστής της Aριστεράς και ίσως ο πρώτος ακτιβιστής στην Ελλάδα υπέρ της ολιστικής οικολογικής φιλοσοφίας, γεννήθηκε στην Καβάλα το 1930, από γονείς καπνεργάτες, και έζησε τα πρώτα παιδικά του χρόνια στα Ποταμούδια, μια γειτονιά γεμάτη πρόσφυγες, καπνεργάτες από τη Θάσο και παράνομους κομμουνιστές κυνηγημένους από τη δικτατορία του Μεταξά. Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του Μεταξά, η οικογένειά του καταφεύγει στη Θεσσαλονίκη και ο Μίσσιος δουλεύει μικροπωλητής, με κασελάκι, στο λιμάνι. Το σχολείο το σταμάτησε στη δεύτερη τάξη του δημοτικού, λόγω οικονομικής ανέχειας.
Λίγο αργότερα στέλνεται από τον Ερυθρό Σταυρό στα Γιαννιτσά μαζί με άλλα παιδιά, για να γλιτώσουν την πείνα της Κατοχής. Εντάσσεται στην Εθνική Αντίσταση. Με την απελευθέρωση επιστρέφει στη Θεσσαλονίκη και οργανώνεται στον Δημοκρατικό Στρατό Πόλεων. Το 1947 συλλαμβάνεται, βασανίζεται και καταδικάζεται σε θάνατο για τη συμμετοχή του στον εμφύλιο πόλεμο. Έζησε εννιά μήνες περιμένοντας κάθε πρωί να τον εκτελέσουν και γλίτωσε τον θάνατο χάρη σ’ένα τυχαίο γεγονός. Φυλακίζεται ως το 1953 και από το 1962 ζει εξόριστος στη Μακρόνησο και τον Αϊ-Στράτη. Ένα μόνο “διάλειμμα” ελευθερίας, μεταξύ 1962 και 1967, τον βρίσκει στέλεχος της νεολαίας της ΕΔΑ, μέλος της πενταμελούς γραμματείας της Δ.Ν. Λαμπράκη και, στη συνέχεια, ιδρυτικό μέλος του ΠΑΜ. Στη φυλακή (Φυλακές Αβέρωφ, Κέρκυρας, Κορυδαλλού) πέρασε και το μεγαλύτερο διάστημα της απριλιανής δικτατορίας. Την περίοδο της καθείρξεώς του μάλιστα έμαθε ουσιαστικά ανάγνωση και γραφή. Μέχρι και τον Αύγουστο του 1973 που αποφυλακίζεται (αμνηστία του Παπαδόπουλου) περνάει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του σε φυλακές και εξορίες, ως πολιτικός κρατούμενος.
Με τη λογοτεχνία ασχολήθηκε σε μεγάλη ηλικία. Το πρώτο του βιβλίο Καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς… (1985) τον καθιέρωσε από τους πρώτους μήνες της κυκλοφορίας του ως συγγραφέα στη συνείδηση κριτικής και κοινού. Ήταν ένα αυτοβιογραφικό κείμενο γραμμένο σε συνειρμική και λαϊκή γλώσσα που εντάσσεται στην παράδοση της απομνημονευματογραφίας, καθιερώθηκε από τους πρώτους μήνες της κυκλοφορίας του ως συγγραφέας στη συνείδηση κριτικής και κοινού. Μετέτρεψε την οδυνηρή πολιτική του εμπειρία σε ζωντανό λογοτεχνικό μύθο, καταγγέλλοντας τόσο τα βασανιστήρια και τους βασανιστές του όσο και τους κομματικούς γραφειοκράτες της Αριστεράς και τον δογματισμό τους. Η αμεσότητα του προφορικού του λόγου, που προδίδει μια γνήσια λαϊκή αφήγηση, όπως και η γεμάτη εκπλήξεις πλοκή του, θα επιτρέψουν στον Μίσσιο να υπερβεί το στενό πλαίσιο του αριστερού απομνημονεύματος και να φιλοτεχνήσει μια μυθιστορηματική αυτοβιογραφία με έντονα πολιτικό λόγο.
Την ίδια ανταπόκριση βρήκε και το δεύτερο βιβλίο του Χαμογέλα, ρε… τι σου ζητάνε; (1988). “Στα επόμενα βιβλία του ο Μίσσιος θα διατηρήσει τη θερμότητα των αισθημάτων του, μεταδίδοντας το ανθρωπιστικό του μήνυμα για έναν καλύτερο και δικαιότερο κόσμο χωρίς καμία ιδεολογική διόπτρα: από το Τα κεραμίδια στάζουν (1991) μέχρι τα Το κλειδί είναι κάτω από το γεράνι (1996) και Ντομάτα με γεύση μπανάνας (2001)“.
Ο Μίσσιος υπήρξε εμπνευστής μιας λογοτεχνίας που παρά τον σκληρό κόσμο τον οποίο απεικονίζει, δεν χάνει ποτέ την αισιοδοξία και την πίστη της στις δημιουργικές δυνάμεις του ανθρώπου, ο οποίος είναι ικανός υπό συνθήκες ελευθερίας να ζήσει σε μια δημοκρατία που θα εγγυάται τόσο τα ατομικά δικαιώματα όσο και την ευδαιμονία της κοινότητας.
Συμετείχε σε ενέργειες προστασίας του περιβάλλοντος, ενώ πραγματοποίησε και τηλεοπτικές εκπομπές με θέμα την προστασία της ελληνικής πανίδας.
“Κοσμοκαλόγερος”, σαν τους ήρωες ορισμένων από τα βιβλία του, ο Χρόνης Μίσσιος τα τελευταία χρόνια ζούσε στο Καπανδρίτι, με την σύντροφό του Ρηνιώ και τα σκυλιά τους σε ένα αγροτόσπιτο.
Πέθανε στις 20 Νοεμβρίου 2012, σε ηλικία 82 ετών σε ιδιωτικό νοσηλευτήριο της Αθήνας μετά από μάχη με τον καρκίνο.

Τρίτη 10 Ιουνίου 2014

Γράμμα από τη φυλακή

Η Mahienour al-Massry, φυλακισμένη σύμφωνα με το νόμο ενάντια στις διαδηλώσεις, γράφει από τη φυλακή:

Δεν ξέρω και πολλά για το τι συμβαίνει στον έξω κόσμο από τότε που φυλακίστηκα. Παρόλα αυτά μπορώ να φανταστώ ότι είναι περίπου όπως συνηθίζαμε όταν κάποιος που ξέρουμε φυλακιζόταν. Ο διαδικτυακός κόσμος πλημμυρίζει με συνθήματα όπως "Λευτεριά στον τάδε ή στον δείνα", ή "Είμαστε όλοι έτσι κι έτσι".

Όμως, από τότε που πάτησα το πόδι μου στη γυναικεία φυλακή Damanhour και τοποθετήθηκα με τις άλλες έγκλειστες στην "Πτέρυγα 1" - το σύμπλεγμα κελιών γι' αυτούς που κατηγορούνται ή καταδικάστηκαν για "υπεξαίρεση"- μόνο ένα πράγμα έχω στο μυαλό μου και το επαναλαμβάνω σαν καθημερινή προσευχή: "Κάτω το ταξικό σύστημα".

Οι περισσότερες συγκρατούμενές μου έχουν φυλακιστεί επειδή αθέτησαν την πληρωμή δόσεων ή μικρών δανείων. Είναι δάνεια που πήρε μια μάνα για να αποκτήσει τα απολύτως αναγκαία για το νεογέννητο παιδί της, ή από μια σύζυγο που χρειαζόταν χρήματα για τη θεραπεία του άρρωστου άντρα της, ή μια γυναίκα που δεν κατάφερε να αποπληρώσει ένα δάνειο 2,000LE στην ώρα της, μόνο για να πέσει πάνω της ένα πρόστιμο 3 εκατομμυρίων LE.

Η φυλακή είναι ένας μικρόκοσμος της κοινωνίας. Αυτοί που είναι ελάχιστα πιο προνομιούχοι από άλλους βρίσκουν τρόπους να πάρουν όσα χρειάζονται μέσα στη φυλακή, ενώ οι μη προνομιούχοι είναι αναγκασμένοι να δουλεύουν για τις βασικές τους ανάγκες.

Η φυλακή είναι ένας μικρόκοσμος της κοινωνίας. Οι φυλακισμένοι συζητούν τι συμβαίνει στη χώρα. Μπορείς να βρεις όλο το πολιτικό φάσμα εδώ. Κάποιοι υποστηρίζουν τον Σίσι με την ελπίδα ότι όταν γίνει πρόεδρος θα δώσει συγχώρεση σε όλους όσους φυλακίστηκαν για αθέτηση πληρωμών. Άλλοι θέλουν να γίνει πρόεδρος, πιστεύοντας ότι θα πάρει σκληρή θέση ενάντια στις "τρομοκρατικές διαδηλώσεις" και θα κυβερνήσει με σιδερένια γροθιά, παρόλο που με συμμερίζονται και νιώθουν ότι πιθανόν είμαι αθώα. Κάποιοι είναι υπέρ του Sabbahi, αφού τον βλέπουν σαν έναν απ' αυτούς. "Υποσχέθηκε να ελευθερώσει τους φυλακισμένους", λένε, μόνο για να τους ουρλιάξουν άλλες συγκρατούμενες που λένε ότι υποσχέθηκε να ελευθερώσει μόνο πολιτικούς κρατούμενους. Κι είναι άλλες που βλέπουν τις εκλογές σαν φάρσα, που θα είχαν παρεμποδιστεί αν ήταν ελεύθερες.

Η φυλακή είναι ένας μικρόκοσμος της κοινωνίας. Νιώθω ότι είμαι ανάμεσα σε οικογένεια. Όλοι με συμβουλεύουν να συγκεντρωθώ περισσότερο στην καριέρα και το μέλλον μου μόλις βγω από δω. Ως απάντηση, λέω ότι ο αιγυπτιακός λαός αξίζει πολύ καλύτερα, ότι η δικαιοσύνη δεν έχει αποδοθεί ακόμα, και θα συνεχίσουμε να προσπαθούμε να χτίσουμε ένα καλύτερο μέλλον. Αυτή τη στιγμή, μας έρχονται τα νέα για την καταδίκη τριών χρόνων του Μουμπάρακ με τις κατηγορίες της εκτεταμένης διαφθοράς, υπεξαίρεση κεφαλαίων, και οικονομικές απάτες στην "Υπόθεση Προεδρικό Παλάτι". Λυγίζοντας, τους ρωτάω, "Τι σόι μέλλον περιμένετε να έχω σε μια άδικη κοινωνία, στην οποία το καθεστώς νομίζει ότι η Umm Ahmed, που είναι φυλακισμένη τα τελευταία 8 χρόνια κι έχει άλλα 6 επειδή υπέγραψε μια ακάλυπτη επιταγή μόνο 50,000LE, είναι μεγαλύτερη εγκληματίας απ'τον Μουμπάρακ;" - Τον ίδιο Μουμπάρακ που υποστηρίζει τον Σίσι, τον οποίο βλέπουν σα σωτήρα τους.

Εδώ μιλάνε γι' αυτή την ταξική κοινωνία και ονειρεύονται κοινωνική δικαιοσύνη χωρίς περίπλοκες θεωρίες.

Δεν πρέπει ποτέ να χάσουμε τα μάτια μας από τον αντικειμενικό μας στόχο μέσα στον αχό της μάχης, στην οποία κάθε μέρα χάνουμε φίλους και συντρόφους. Δε θα πρέπει να μετατραπούμε σε ανθρώπους που απαιτούν την ελευθερία αυτού ή του άλλου, ενώ ξεχνάμε τις ευρύτερες ανάγκες και αγωνίες του αιγυπτιακού λαού, που απλά θέλει να επιβιώσει μεροδούλι μεροφάι.

Ενώ φωνάζουμε ενάντια στο νόμο που φιμώνει τις διαδηλώσεις, θα πρέπει να εργαζόμαστε για την ανατροπή αυτού του ταξικού συστήματος: να οργανώνουμε τους εαυτούς μας και να αλληλεπιδρούμε με τους αδικημένους, να φωνάζουμε για τα δικαιώματά τους και να χτίζουμε ένα όραμα για το πώς θα λυθούν τα προβλήματά τους. Να φωνάζουμε "Λευτεριά στους φτωχούς", έτσι ώστε οι άνθρωποι να μη νιώθουν ότι είμαστε αποξενωμένοι από τα προβλήματά τους.

Και τέλος, αν πρέπει να κρατήσουμε το σύνθημα, "Λευτεριά σ' αυτόν ή σ'εκείνον", τότε το σύνθημα ας είναι "Λευτεριά στη Sayeda", "Λευτεριά στη Heba" και "Λευτεριά στη Fatima" -τα τρία κορίτσια που συνάντησα στη Διεύθυνση Ασφαλείας, κατηγορούμενες ότι είναι μέλη της Μουσουλμανικής Αδελφότητας και ότι έχουν τελέσει φόνο μεταξύ άλλων κατηγοριών. Συνελήφθησαν τυχαία και είναι φυλακισμένες από τον Ιανουάριο χωρίς δίκη.

Λευτεριά στην Umm Ahmed, που δεν έχει δει τα παιδιά της εδώ και 8 χρόνια. Λευτεριά στην Umm Dina, που είναι η μοναδική που μπορεί να φροντίσει την οικογένειά της. Λευτεριά στην Niamah, που συμφώνησε να πάει φυλακή αντί για κάποιον άλλο με αντάλλαγμα χρήματα για να ταΐσει τα παιδιά της. Λευτεριά για τις Farhah, Wafaa, Kawthar, Sanaa, Dawlat, Samia, Iman, Amal και Mervat.

Οι πόνοι μας σε σύγκριση με τους δικούς τους δεν είναι τίποτα, αφού ξέρουμε πως υπάρχουν αυτοί που θα μας θυμούνται, θα λένε τα ονόματά μας πού και πού, αναφέροντας περήφανα πως μας γνωρίζουν. Αντιθέτως, αυτές οι γυναίκες, που αξίζουν να τις θυμούνται με περηφάνια, θα αναφερθούν μόνο σε οικογενειακά μαζέματα.

Κάτω η ταξική κοινωνία, κάτι που δε θα πετύχουμε ποτέ αν ξεχάσουμε αυτούς που πραγματικά έχουν υποφέρει την αδικία.

Πτέρυγα 1, Κελί 8
Γυναικεία Φυλακή Damanhour
22 Μαΐου 2014

μτφρ. από τα αγγλικά: http://www.madamasr.com/content/letter-prison

Κυριακή 18 Μαΐου 2014

Σὲ περιμένω παντοῦ

Κι ἂν ἔρθει κάποτε ἡ στιγμὴ νὰ χωριστοῦμε, ἀγάπη μου,
μὴ χάσεις τὸ θάρρος σου.
Ἡ πιὸ μεγάλη ἀρετὴ τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι νὰ ᾿χει καρδιά.
Μὰ ἡ πιὸ μεγάλη ἀκόμα, εἶναι ὅταν χρειάζεται
νὰ παραμερίσει τὴν καρδιά του.

Τὴν ἀγάπη μας αὔριο, θὰ τὴ διαβάζουν τὰ παιδιὰ στὰ σχολικὰ βιβλία, πλάι στὰ ὀνόματα τῶν ἄστρων καὶ τὰ καθήκοντα τῶν συντρόφων.
Ἂν μοῦ χάριζαν ὅλη τὴν αἰωνιότητα χωρὶς ἐσένα,
θὰ προτιμοῦσα μιὰ μικρὴ στιγμὴ πλάι σου.

Θὰ θυμᾶμαι πάντα τα μάτια σου, φλογερὰ καὶ μεγάλα,
σὰ δύο νύχτες ἔρωτα, μὲς στὸν ἐμφύλιο πόλεμο.

Ἄ! ναί, ξέχασα νὰ σοῦ πῶ, πὼς τὰ στάχυα εἶναι χρυσὰ κι ἀπέραντα, γιατὶ σ᾿ ἀγαπῶ.

Κλεῖσε τὸ σπίτι. Δῶσε σὲ μιὰ γειτόνισσα τὸ κλειδὶ καὶ προχώρα. Ἐκεῖ ποὺ οἱ φαμίλιες μοιράζονται ἕνα ψωμὶ στὰ ὀκτώ, ἐκεῖ ποὺ κατρακυλάει ὁ μεγάλος ἴσκιος τῶν ντουφεκισμένων. Σ᾿ ὅποιο μέρος τῆς γῆς, σ᾿ ὅποια ὥρα,
ἐκεῖ ποὺ πολεμᾶνε καὶ πεθαίνουν οἱ ἄνθρωποι γιὰ ἕνα καινούργιο κόσμο... ἐκεῖ θὰ σὲ περιμένω, ἀγάπη μου!


Τάσος Λειβαδίτης

Σάββατο 17 Μαΐου 2014

Ερωτήσεις ενός εργάτη που διαβάζει

Ποιος έχτισε τη Θήβα την επτάπυλη;
Στα βιβλία δε βρίσκεις παρά μόνο βασιλιάδων ονόματα.
Οι βασιλιάδες είχανε τις πέτρες κουβαλήσει;
Και τη Βαβυλώνα που την κατέστρεψαν
πολλές φορές,
ποιός, τόσο πολλές φορές την έχτισε πάλι;
Της χρυσόλαμπρης Λίμα οι οικοδόμοι,
σε ποιά σπίτια κατοικούσαν;
Σε ποιό μέρος γύρισαν το βράδυ,
που το Σινικό τείχος έτοιμο ήταν,
οι χτίστες;
Η μεγάλη Ρώμη γεμάτη ήταν
από αψίδες θριάμβων.
Ποιοί τις είχανε υψώσει;
Πάνω σε ποιούς θριάμβευσαν οι Καίσαρες;
Το ξακουστό Βυζάντιο είχε για τους
κατοίκους του παλάτια μόνο;
Ακόμη και στη μυθική Ατλαντίδα,
τη νυχτιά που καταποντιζόταν,
τους σκλάβους τους φωνάζαν οι πνιγμένοι.
Ο νεαρός Αλέξανδρος κατέκτησε τις Ινδίες.
Μόνος αυτός;
Ο Καίσαρ τους Γαλάτες κατενίκησε.
Δεν είχε ουτ’ ένα μάγειρο μαζί του;
Ο Φίλιππος της Ισπανίας έκλαψε,
όταν ο στόλος του βυθίστηκε.
Δεν έκλαψε άλλος κανείς;
Ο Φρειδερίκος ο Β΄ νίκησε στον επταετή Πόλεμο.
Και ποιός άλλος νίκησε, εκτός από αυτόν;
Κάθε σελίδα και μιά νίκη.
Ποιός ετοίμαζε τα επινίκεια φαγοπότια;
Κάθε δέκα χρόνια κι ένας μεγάλος άντρας.
Ποιός πλήρωνε τα έξοδά του;
Πόσα πολλά ιστορήματα!
Πόσα πολλά ερωτήματα!

Μπέρτολτ Μπρέχτ, 1935, μετάφραση Μάριου Πλωρίτη

Οι νεκροί δικοί μας, τα κέρδη δικά τους.
Ο καπιταλισμός σκοτώνει
ΘΑ ΣΚΟΤΩΣΟΥΜΕ ΤΟΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟ

Τρίτη 29 Απριλίου 2014

Προφητικόν, Ανάγνωσμα VI

Χρόνους πολλούς μετά την Αμαρτία που την είπανε Αρετή μέσα στις εκκλησίες και την ευλόγησαν.

Λείψανα παλιών άστρων και γωνιές αραχνιασμένες τ’ ουρανού σαρώνοντας η καταιγίδα που θα γεννήσει ο νους του ανθρώπου. Και των αρχαίων Κυβερνητών τα έργα πληρώνοντας η Χτίσις, θα φρίξει.

Ταραχή θα πέσει στον Άδη, και το σανίδωμα θα υποχωρήσει από την πίεση τη μεγάλη του ήλιου. Που πρώτα θα κρατήσει τις αχτίδες του, σημάδι ότι καιρός να λάβουνε τα όνειρα εκδίκηση.

Και μετά θα μιλήσει, να πει: εξόριστε Ποιητή, στον αιώνα σου, λέγε, τι βλέπεις;

-Βλέπω τα έθνη, άλλοτες αλαζονικά, παραδομένα στη σφήκα και στο ξινόχορτο.

-Βλέπω τα πελέκια στον αέρα σκίζοντας προτομές Αυτοκρατόρων και Στρατηγών.

-Βλέπω τους εμπόρους να εισπράττουν σκύβοντας το κέρδος των δικών τους πτωμάτων.

-Βλέπω την αλληλουχία των κρυφών νοημάτων. Χρόνους πολλούς μετά την Αμαρτία που την είπανε Αρετή μέσα στις εκκλησίες και την ευλόγησαν. Αλλά πριν, ιδού, θα γίνουν οι ωραίοι που ναρκισσεύτηκαν στις τριόδους Φίλιπποι και Ροβέρτοι. Θα φορέσουν ανάποδα το δαχτυλίδι τους, και με καρφί θα χτενίσουνε το μαλλί τους, και με νεκροκεφαλές θα στολίσουνε το στήθος τους, για να δελεάσουν τα γύναια. Και τα γύναια θα καταπλαγούν και θα στέρξουν. Για να έβγει αληθινός ο λόγος, ότι σιμά η μέρα όπου το κάλλος θα παραδοθεί στις μύγες της Αγοράς. Και θα αγαναχτήσει το κορμί της πόρνης μην έχοντας άλλο τι να ζηλέψει. Και θα γίνει κατήγορος η πόρνη σοφών και μεγιστάνων, το σπέρμα που υπηρέτησε πιστά, σε μαρτυρία φέρνοντας. Και θα τινάξει πάνουθέ της την κατάρα, κατά την Ανατολή το χέρι τεντώνοντας και φωνάζοντας: εξόριστε Ποιητή, στον αιώνα σου, λέγε, τι βλέπεις;

-Βλέπω τα χρώματα του Υμηττού στη βάση την ιερή του Νέου Αστικού μας Κώδικα.

-Βλέπω τη μικρή Μυρτώ, την πόρνη από τη Σίκινο, στημένη πέτρινο άγαλμα στην πλατεία της Αγοράς με τις Κρήνες και τα ορθά Λεοντάρια.

-Βλέπω τους έφηβους και βλέπω τα κορίτσια στην ετήσια Κλήρωση των Ζευγαριών.

-Βλέπω ψηλά, μες στους αιθέρες, το Ερεχθείο των Πουλιών. Λείψανα παλιών άστρων και γωνιές αραχνιασμένες τ’ ουρανού σαρώνοντας η καταιγίδα που θα γεννήσει ο νους του ανθρώπου. Αλλά πριν, ιδού, θα περάσουν γενεές το αλέτρι τους πάνω στη στέρφα γης. Και κρυφά θα μετρήσουν την ανθρώπινη πραμάτεια τους οι Κυβερνήτες, κηρύσσοντας πολέμους. Όπου θα χορτασθούνε ο Χωροφύλακας και ο Στρατοδίκης. Αφήνοντας το χρυσάφι στους αφανείς, να εισπράξουν αυτοί τον μιστό της ύβρης και του μαρτυρίου. Και μεγάλα πλοία θ’ ανεβάσουν σημαίες, εμβατήρια θα πάρουν τους δρόμους, οι εξώστες να ράνουν με άνθη τον Νικητή. Που θα ζει στην οσμή των πτωμάτων. Και του λάκκου σιμά του το στόμα, το σκοτάδι θ’ ανοίγει στα μέτρα του, κράζοντας: εξόριστε Ποιητή, στον αιώνα σου, λέγε, τι βλέπεις;

-Βλέπω τους Στρατοδίκες να καίνε σαν κεριά, στο μεγάλο τραπέζι της Αναστάσεως.

-Βλέπω τους Χωροφυλάκους να προσφέρουν το αίμα τους, θυσία στην καθαρότητα των ουρανών.

-Βλέπω τη διαρκή επανάσταση φυτών και λουλουδιών.

-Βλέπω τις κανονιοφόρους του Έρωτα. Και των αρχαίων Κυβερνητών τα έργα πληρώνοντας η Χτίσις, θα φρίξει. Ταραχή θα πέσει στον Άδη, και το σανίδωμα θα υποχωρήσει από την πίεση τη μεγάλη του ήλιου. Αλλά πριν, ιδού, θα στενάξουν οι νέοι, και το αίμα τους αναίτια θα γεράσει. Κουρεμένοι κατάδικοι θα χτυπήσουν την καραβάνα τους πάνω στα κάγκελα. Και θα αδειάσουν όλα τα εργοστάσια, και μετά πάλι με την επίταξη θα γεμίσουν, για να βγάλουνε όνειρα συντηρημένα σε κουτιά μυριάδες, και χιλιάδων λογιών εμφιαλωμένη φύση. Και θα ‘ρθουνε χρόνια χλωμά και αδύναμα μέσα στη γάζα. Και θα ‘χει καθένας τα λίγα γραμμάρια της ευτυχίας. Και θα ‘ναι τα πράγματα μέσα του κιόλας ωραία ερείπια. Τότε, μην έχοντας άλλη εξορία, που να θρηνήσει ο Ποιητής, την υγεία της καταιγίδας από τ’ ανοιχτά στήθη του αδειάζοντας, θα γυρίσει για να σταθεί στα ωραία μέσα ερείπια. Και τον πρώτο λόγο του ο στερνός των ανθρώπων θα πει, ν’ αψηλώσουν τα χόρτα, η γυναίκα στο πλάι του σαν αχτίδα του ήλιου να βγει. Και πάλι θα λατρέψει τη γυναίκα και θα την πλαγιάσει πάνου στα χόρτα καθώς που ετάχθη.

Και θα λάβουνε τα όνειρα εκδίκηση, και θα σπείρουνε γενεές στους αιώνες των αιώνων!

Οδυσσέας Ελύτης, Άξιον εστί: Προφητικόν, Ανάγνωσμα VI




Ο Οδυσσέας Ελύτης (2 Νοεμβρίου 1911 - 18 Μαρτίου 1996), φιλολογικό ψευδώνυμο του Οδυσσέα Αλεπουδέλλη , ήταν ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ποιητές, μέλος της λογοτεχνικής γενιάς του '30. Διακρίθηκε το 1960 με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης και το 1979 με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Διαμόρφωσε ένα προσωπικό ποιητικό ιδίωμα και θεωρείται ένας από τους ανανεωτές της ελληνικής ποίησης. Πολλά ποιήματά του μελοποιήθηκαν, ενώ συλλογές του έχουν μεταφραστεί μέχρι σήμερα σε πολλές ξένες γλώσσες. Το έργο του περιλαμβάνει ακόμα μεταφράσεις ποιητικών και θεατρικών έργων. Υπήρξε μέλος της Διεθνούς Ένωσης Κριτικών εργων Τέχνης και της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Κριτικής, Αντιπρόσωπος στις Rencontres Internationales της Γενεύης και Incontro Romano della Cultura της Ρώμης.
Ο Οδυσσέας Ελύτης αποτέλεσε έναν από τους τελευταίους εκπροσώπους της λογοτεχνικής γενιάς του '30, ένα από τα χαρακτηριστικά της οποίας υπήρξε το ιδεολογικό δίλημμα ανάμεσα στην ελληνική παράδοση και τον ευρωπαϊκό μοντερνισμό. Ο ίδιος ο Ελύτης χαρακτήριζε τη δική του θέση στη γενιά αυτή ως παράξενη σημειώνοντας χαρακτηριστικά: "από το ένα μέρος ήμουνα ο στερνός μιας γενιάς, που έσκυβε στις πηγές μιας ελληνικότητας, κι απ' την άλλη ήμουν ο πρώτος μιας άλλης που δέχονταν τις επαναστατικές θεωρίες ενός μοντέρνου κινήματος". Το έργο του έχει επανειλημμένα συνδεθεί με το κίνημα του υπερρεαλισμού, αν και ο Ελύτης διαφοροποιήθηκε νωρίς από τον "ορθόδοξο" υπερρεαλισμό που ακολούθησαν σύγχρονοί του ποιητές, όπως ο Ανδρέας Εμπειρίκος, ο Νίκος Εγγονόπουλος ή ο Νικόλαος Κάλας. Επηρεάστηκε από τον υπερρεαλισμό και δανείστηκε στοιχεία του, τα οποία ωστόσο αναμόρφωσε σύμφωνα με το προσωπικό του ποιητικό όραμα, άρρηκτα συνδεδεμένο με το λυρικό στοιχείο και την ελληνική λαϊκή παράδοση. Οι επιρροές από τον υπερρεαλισμό διακρίνονται ευκολότερα στις δύο πρώτες ποιητικές συλλογές του Προσανατολισμοί (1940) και Ήλιος ο πρώτος (1943).
Μία από τις κορυφαίες δημιουργίες του υπήρξε Το Άξιον Εστί (1959), έργο με το οποίο ο Ελύτης διεκδίκησε θέση στην εθνική λογοτεχνία, προσφέροντας ταυτόχρονα μία  «συλλογική μυθολογία»  και ένα  «εθνικό έργο» . Η λογοτεχνική κριτική υπογράμμισε την αισθητική αξία του, καθώς και την τεχνική του αρτιότητα. Η γλώσσα του επαινέθηκε για την κλασσική ακρίβεια της φράσης ενώ η αυστηρή δόμησή του χαρακτηρίστηκε ως άθλος που «δεν αφήνει να διαφανεί πουθενά ο παραμικρός βιασμός της αυθόρμητης έκφρασης». Τον «εθνικό» χαρακτήρα του Άξιον Εστί υπογράμμισαν μεταξύ άλλων ο Δ.Ν. Μαρωνίτης και ο Γ.Π. Σαββίδης, ο οποίος σε μία από τις πρώτες κριτικές του ποιήματος διαπίστωσε πως ο Ελύτης δικαιούνταν το επίθετο «εθνικός», συγκρίνοντας το έργο του με αυτό του Σολωμού, του Παλαμά και του Σικελιανού.
Η μεταγενέστερη πορεία του Ελύτη υπήρξε πιο εσωστρεφής, επιστρέφοντας στον αισθησιασμό της πρώιμης περιόδου του και σε αυτό που ο ίδιος ο Ελύτης αποκαλούσε ως έκφραση μιας «μεταφυσικής του φωτός»: «Έτσι το φως, που είναι η αρχή και το τέλος κάθε αποκαλυπτικού φαινομένου, δηλώνεται με την επίτευξη μιας ολοένα πιο μεγάλης ορατότητας, μιας τελικής διαφάνειας μέσα στο ποίημα που επιτρέπει να βλέπεις ταυτοχρόνως μέσα απ' την ύλη και μέσα από την ψυχή». Ιδιόμορφο, αλλά και ένα από τα σημαντικότερα έργα του Ελύτη, μπορεί να χαρακτηριστεί το σκηνικό ποίημα Μαρία Νεφέλη (1978), στο οποίο χρησιμοποιεί - για πρώτη φορά στην ποίησή του - την τεχνική του κολάζ.
Πέρα από το ποιητικό του έργο, ο Ελύτης άφησε σημαντικά δοκίμια, συγκεντρωμένα στους τόμους Ανοιχτά Χαρτιά (1974) και Εν Λευκώ (1992), καθώς και αξιόλογες μεταφράσεις ευρωπαίων ποιητών και θεατρικών συγγραφέων.