Τετάρτη 29 Οκτωβρίου 2014

Λαχταρώ

Εγώ θέλω να κοιμάμαι πλάι σου.
Και να σου κάνω τα ψώνια σου, και να σου κουβαλάω τις σακούλες σου,
Και να σου λέω πόσο πολύ μου αρέσει να είμαι μαζί σου,
Και να θέλω να παίζουμε κρυφτό,
Και να σου δίνω τα ρούχα μου, και να σου λέω πόσο μ” αρέσουν τα παπούτσια σου,
Και να κάθομαι στις σκάλες ώσπου να κάνεις μπάνιο,
Και να σου τρίβω το σβέρκο σου,
Και να σου φιλάω τα πόδια σου,
Και να σου κρατάω το χέρι σου,
Και να βγαίνουμε για φαγητό, και να μη με νοιάζει που θα μου τρως το δικό μου,
Και να σου δακτυλογραφώ την αλληλογραφία σου, και να σου κουβαλάω τα ντοσιέ σου,
Και να γελάω με την παράνοια σου,
Και να σου δίνω κασέτες που δεν θα τις ακούς,και να βλέπουμε καταπληκτικές ταινίες, και να βλέπουμε απαίσιες ταινίες,και να μαλώνουμε για το ραδιόφωνο,
και να σε βγάζω φωτογραφίες όταν κοιμάσαι,
και να σηκώνομαι πρώτος για να σου φέρω καφέ και κουλούρια και γεμιστά κρουασάν,
Και να πηγαίνουμε για καφέ στο Φλοράντ τα μεσάνυχτα,
Και να σ” αφήνω να μου κάνεις τράκα τσιγάρα,
Και να μην καταφέρνω ποτέ να βρω ένα σπίρτο,
Και να σου λέω τι είδα στην τηλεόραση χτες το βράδυ,
Και να μη γελάω με τα αστεία σου, και να σε θέλω το πρωί αλλά να σ” αφήνω να κοιμηθείς λίγο ακόμα.
Και να φιλάω την πλάτη σου, και να χαϊδεύω το δέρμα σου.
Και να σου λέω πόσο μα πόσο αγαπώ τα μαλλιά σου, τα μάτια σου, τα χείλη σου, το λαιμό σου, το στήθος σου,
Και να κάθομαι στις σκάλες και να καπνίζω, ώσπου να γυρίσει σπίτι ο διπλανός σου,
Και να κάθομαι στις σκάλες ώσπου να γυρίσεις σπίτι εσύ,
Και να τρελαίνομαι όταν αργείς,
Και να ξαφνιάζομαι όταν γυρίζεις νωρίτερα,
Και να σου χαρίζω ηλιοτρόπια,
Και να πηγαίνω στο πάρτι σου και να χορεύω ώσπου να πέσω ξερός,
Και νάμαι δυστυχισμένος όταν έχω άδικο,
Και νάμαι ευτυχισμένος όταν με συγχωρείς,
Και να χαζεύω τις φωτογραφίες σου,
Και να παρακαλάω να σ” ήξερα μια ζωή.
Και ν' ακούω τη φωνή σου στο αυτί μου,
Και να νοιώθω το δέρμα σου πάνω στο δέρμα μου,
Και να τρομάζω όταν θυμώνεις,
Και τόνα σου μάτι να κοκκινίζει και το άλλο γαλάζιο,
Και να σ” αγκαλιάζω όταν σε πιάνει αγωνία,
Και να σε κρατάω σφιχτά όταν πονάς,
Και να σε θέλω όταν σε μυρίζω,
Και να σε πληγώνω όταν σε αγγίζω,
Και να κλαψουρίζω όταν είμαι πλάι σου, και να κλαψουρίζω όταν δεν είμαι,
Και να κυλάει το σάλιο μου πάνω στο στήθος σου
 Και να σε πλακώνω και να σε πνίγω τις νύχτες,
Και να ξεπαγιάζω όταν μου παίρνεις τις κουβέρτες, και να ζεσταίνομαι όταν δεν μου τις παίρνεις, Και να λιώνω όταν χαμογελάς και να διαλύομαι όταν γελάς,
Και να μην καταλαβαίνω όταν λες ότι σε απορρίπτω,
Και ν' αναρωτιέμαι πως σου πέρασε ποτέ απ' το νου ότι εγώ θα μπορούσα ποτέ να σε απορρίψω,
Και ν' αναρωτιέμαι ποια είσαι αλλά να σε δέχομαι έτσι όπως είσαι,
Και να σου λέω για το μαγεμένο δάσος, τον άγγελο του δέντρου, το αγόρι που πέρασε πετώντας τον ωκεανό επειδή σ' αγαπούσε,
Και να σου γράφω ποιήματα, και να αναρωτιέμαι γιατί δεν με πιστεύεις,
Και να σ' αγαπάω τόσο βαθιά που να μην μπορώ να το βάλω σε λόγια,
Και να θέλω να σου πάρω ένα γατάκι που θα το ζηλεύω γιατί θα το προσέχεις περισσότερο από μένα, Και να μη σ' αφήνω να σηκωθείς απ' το κρεβάτι όταν πρέπει να φύγεις,
Και να σου αγοράζω δώρα που εσύ δεν τα θέλεις, και πάλι να τα παίρνω πίσω,
Και να σου λέω να παντρευτούμε, και συ να μου λες πάλι όχι,
Αλλά εγώ να στο λέω και να στο ξαναλέω, γιατί όσο κι αν νομίζεις πως δεν το λέω σοβαρά εγώ πάντα σοβαρά το έλεγα, από την πρώτη φορά που στο είπα,
Και να τριγυρίζω στη πόλη και να τη νοιώθω άδεια χωρίς εσένα,
Και να θέλω ότι θέλεις,
Και να νομίζω πως χάνομαι, αλλά να ξέρω πως πλάι σου είμαι ασφαλής,
Και να σου μιλάω για ότι χειρότερο έχω μέσα μου,
Και να προσπαθώ να σου δίνω ότι καλύτερο έχω μέσα μου γιατί δεν σου αξίζει τίποτα λιγότερο
Και να σου λέω την αλήθεια αν και κατά βάθος δεν θέλω
Και να προσπαθώ να είμαι ειλικρινής γιατί ξέρω πως το προτιμάς,
Και να νομίζω πως όλα τέλειωσαν, κι ωστόσο να περιμένω άλλα δέκα λεπτά πριν με πετάξεις έξω απ' ζωή σου,
Και να ξεχνάω ποιος είμαι,
Και να κάνουμε έρωτα στις τρεις το πρωί,
Και κάπως με κάποιο τρόπο να σου εκφράζω έστω και λίγο
Τον ακάθεκτο
Τον ακατάλυτο
Τον ακατάσβεστο
Τον μεταρσιωτικό
Τον ψυχαναληπτικό
Τον άνευ όρων τον τα πάντα πληρούντα, τον δίχως τέλος και δίχως αρχή,
ΕΡΩΤΑ ΜΟΥ ΓΙΑ ΣΕΝΑ

Σάρα Κέην


Γεννημένη στην Αγγλία το 1971, με έντονη θεατρική δραστηριότητα, ακραία κι ολιγόχρονη, η οποία τερματίστηκε από τον εκούσιο θάνατό της το Φεβρουάριο του 1999. Η ίδια προτιμούσε να μιλάει για βιωματικό θέατρο, είχε πει ότι προτιμά «να ριψοκινδυνέψει τις πιο βίαιες αντιδράσεις κι άμυνες εκ μέρους των θεατών παρά να ανήκει σε μια κοινωνία που έχει αυτοκτονήσει». Το έργο της πολεμήθηκε πολύ από τους σύγχρονούς της κριτικούς και προκάλεσε πικρόχολες αντιδράσεις. Προκάλεσε σε αρκετές περιπτώσεις την οργή και την οξύτατη κριτική πολλών που τη χαρακτήρισαν ως μια εξπρεσιονιστική γλωσσού χωρίς ίχνος θεατρικότητας.
Μαζί με άλλους, συμπατριώτες της κυρίως, ομότεχνους άνοιξε το δρόμο για μια νέα δραματουργική έκφραση εισάγοντας το λεγόμενο «Στα Μούτρα Θέατρο» στα πλαίσια της λογικής «τρίβω-στα-μούτρα-σας-τον-κόσμο-που-μου-κληροδοτήσατε». Στον απόηχο αυτής της κατάστασης, μόλις στα 28 της χρόνια έθεσε τέλος στη ζωή της, όταν βρέθηκε κρεμασμένη στην ψυχιατρική κλινική όπου νοσηλευόταν μετά την πρώτη αποτυχημένη απόπειρα αυτοκτονίας της. Όμως, η ίδια μας απαλλάσσει από τη σκέψη που μόλις κάναμε όλοι: «Δεν έχω επιθυμία θανάτου κανείς αυτόχειρας ποτέ δεν είχε» αλλά «το κακόβουλο πνεύμα της ηθικής των πολλών δεν αφήνει και πολλά περιθώρια». Η Σάρα Κέιν από πολλούς χαρακτηρίζεται ως καταθλιπτική και σοκαριστική, όμως εκείνη δεν αποδέχεται αυτούς τους χαρακτηρισμούς για τον εαυτό της: ‘Δε θεωρώ τα έργα μου καταθλιπτικά, ούτε πιστεύω ότι τους λείπει η ελπίδα’.
«Δεν είναι ότι δεν ξέρουμε, αλλά ότι δε νιώθουμε.» Η βία κι η σκληρότητα που βρίσκονται στα έργα της Κέιν συναντώνται και στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα αυτού του κόσμου. Η αγάπη είναι λύση, σανίδα σωτηρίας. Μέσα από τα κείμενά της φαίνεται ένας άνθρωπος που μπορεί να αγαπήσει, που είναι ικανός να νιώσει. Να νιώσει στο πετσί του τον πόνο και να κραυγάσει στην ύστατη προσπάθεια να τον νικήσει. Να νιώσει την αδιαφορία και να θελήσει να τη διαπεράσει. Κανείς δεν μπορεί να πληγεί τόσο βαθιά εάν δεν διαθέτει ο ίδιος μεγάλο βάθος. Ποιος είναι τελικά ο άρρωστος και ποιος ο υγιής; Πού σταματά η πραγματική αγωνία και πού αρχίζει η αναπαράσταση της;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου