Παρασκευή 18 Σεπτεμβρίου 2020

Έρωτας με την πρώτη ματιά

Κι οι δυο τους είναι πεπεισμένοι
ότι τους ένωσε ένα αίσθημα ξαφνικό.
Είναι ωραία μια τέτοια βεβαιότητα,
αλλά η αβεβαιότητα ακόμη πιο ωραία.
Νομίζουν πως αφού δεν γνωρίζονταν από πριν
τίποτα ποτέ μεταξύ τους δεν είχε συμβεί.
Τι λεν όμως γι’ αυτό οι δρόμοι, οι σκάλες, οι διάδρομοι,
όπου από καιρό μπορούσαν να προσπερνούν o ένας τον άλλο; –
Θα ήθελα να τους ρωτήσω
μήπως θυμούνται:
μια στιγμή σε κάποια στρεφόμενη πόρτα,
πρόσωπο με πρόσωπο,
κάποια «συγγνώμη» μες στο στριμωξίδι,
ένα «κάνετε λάθος» στο ακουστικό
– ξέρω όμως την απάντησή τους.
Όχι, δεν θυμούνται.
Θα εκπλήσσονταν πάρα πολύ
αν μάθαιναν ότι εδώ και πολύ καιρό
η τύχη έπαιζε μαζί τους.
Ανέτοιμη ακόμη
να μετατραπεί γι’ αυτούς σε μοίρα,
μια τους έφερνε κοντά, μια τους απομάκρυνε,
τους έκοβε το δρόμο
και καταπνίγοντας το πανούργο της γέλιο
πηδούσε έπειτα στην άκρη.
Υπήρχαν οιωνοί, σημάδια,
και τι μ’ αυτό που ήταν δυσανάγνωστα.
Ίσως τρία χρόνια πριν
ή την περασμένη Τρίτη
κάποιο φυλλαράκι να πετάρισε
απ’ τον έναν ώμο στον άλλο.
Υπήρχε κάτι χαμένο που κάποιος το βρήκε.
Ποιος ξέρει, ίσως μια μπάλα
στους θάμνους της παιδικής ηλικίας ακόμη;
Υπήρχαν πόμολα και κουδούνια
πάνω στα οποία από τα πριν
το ένα άγγιγμα σκέπαζε το άλλο.
Βαλίτσες δίπλα δίπλα στο χώρο φύλαξης αποσκευών.
Υπήρχε ίσως και κάποια νύχτα το ίδιο όνειρο
που με το ξύπνημα έσβησε αμέσως.
Στο κάτω κάτω κάθε αρχή
δεν είναι παρά μόνο η συνέχεια
και το βιβλίο συμβάντων
μένει πάντα ανοιχτό στη μέση.



Wisława Szymborska, μτφρ. Μπεάτα Ζουλκιέβιτς, Η ζωή εδώ και τώρα

Κυριακή 13 Σεπτεμβρίου 2020

Γένεση

Εν αρχή ήν το σκότος.
Ύστερα ήρθες εσύ
και φύτεψες κατάστηθα στη νύχτα
μιαν αχτίδα.
Και εγένετο φως,
ημέρα πρώτη.
Ήτανε τότε που γεννήθηκε
η όρασή μου
και γνώρισα τα χέρια σου
και χάρηκα
γιατί ταιριάζανε
τα δάχτυλά σου στα πλευρά μου.

Αργύρης Χιόνης