Κυριακή 27 Μαΐου 2012

Πῶς μᾶς θέλει ἡ «ἀληθὴς δημοκρατία»

Νὰ μὴν ἀκούω καὶ νὰ μὴ βλέπω νὰ πατῶ.
Νὰ μὴ νογάω καὶ νά ῾χω τὸ στόμα βουλωτό.
Νὰ μὴ μὲ φαρμακών᾿ ἡ μπόχα τοῦ καιροῦ μου.
Χωρὶς αὐτιὰ καὶ μάτια, μύτη καὶ μυαλό,
μουγκὸς νὰ πηαίνω, ὅποτε μοῦ ῾ρθει, πρὸς νεροῦ μου,
κι ἅμα τσινάει ὁ Γάϊδαρος νὰ μὴ γελῶ.
Καὶ σὰ μὲ καρυδώνουνε μουνοῦχο σκλάβο
οἱ Ἀμερικάνοι, ἐγὼ νὰ βλαστημάω τὸ Σλάβο.

Κώστας Βάρναλης



O Κώστας Βάρναλης (Πύργος Βουλγαρίας 1884- Αθήνα 1974) ήταν Έλληνας λογοτέχνης. Έγραψε ποιήματα, αφηγηματικά έργα, κριτική και μεταφράσεις.Το 1898 τέλειωσε το Ελληνικό Σχολείο και συνέχισε την εκπαίδευσή του στα Ζαρίφεια διδασκαλεία της Φιλιππούπολης και έπειτα με την υποστήριξη του Μητροπολίτη Αγχιάλου ήρθε στην Αθήνα για να σπουδάσει Φιλολογία όπου και πήρε μέρος στη διαμάχη για το Γλωσσικό Ζήτημα ως υποστηρικτής των δημοτικιστών.πήρε το πτυχίο του από το Πανεπιστήμιο Αθηνών και άρχισε να εργάζεται στην εκπαίδευση στην αρχή στο ελληνικό διδασκαλείο του Πύργου σε ηλικία δεκαοχτώ ετών και στη συνέχεια στην Ελλάδα και μεταξύ άλλων στην Ανωτάτη Παιδαγωγική Ακαδημία Αθηνών. 
Διετέλεσε για πολλά χρόνια καθηγητής μέσης εκπαίδευσης ενώ εργάστηκε για βιοποριστικούς λόγους και ως δημοσιογράφος. Από το 1910 άρχισε να ασχολείται με τη λογοτεχνική μετάφραση και ως το 1916 ολοκλήρωσε τους Ηρακλείδες του Ευριπίδη, τον Αίαντα του Σοφοκλή, τα Απομνημονεύματα του Ξενοφώντα και τον Πειρασμό του Αγίου Αντωνίου του Φλωμπέρ. Μετά το δεύτερο Βαλκανικό Πόλεμο, στον οποίο πήρε μέρος, φοίτησε στο Διδασκαλείο Μέσης Εκπαίδευσης του Γληνού. Πήγε στο Παρίσι με υποτροφία και παρακολούθησε μαθήματα φιλοσοφίας φιλολογίας κοινωνιολογίας και αισθητικής. Τότε προσχώρησε στο μαρξισμό και το διαλεκτικό υλισμό και αναθεώρησε τις προηγούμενες απόψεις του για την ποίηση, τόσο σε θεωρητικό, όσο και σε πρακτικό επίπεδο. 
Καρπός αυτής της στροφής στάθηκε το ποίημα Προσκυνητής. Το καλοκαίρι του 1921 έγραψε στην Αίγινα Το Φως που καίει, που εξέδωσε ένα χρόνο αργότερα στην Αλεξάνδρεια με το ψευδώνυμο Δήμος Τανάλιας. Το 1922 δημοσίευσε επίσης τους Μοιραίους στο περιοδικό Νεολαία και τη Λευτεριά στο περιοδικό Μούσα. Το 1924 δίδαξε νεοελληνική λογοτεχνία στην Παιδαγωγική Ακαδημία υπό τη διεύθυνση του Γληνού. Το 1926 παύτηκε από τη θέση του ως καθηγητή της Παιδαγωγικής Ακαδημίας, με αφορμή τη δημοσίευση από το περιοδικό Εστία ενός αποσπάσματος από Το φως που καίει. Ο Βάρναλης στράφηκε στη δημοσιογραφία και έφυγε για τη Γαλλία ως ανταποκριτής της Προόδου. 
Το 1935 πήρε μέρος ως αντιπρόσωπος των Ελλήνων συγγραφέων στο Συνέδριο Σοβιετικών Συγγραφέων στη Μόσχα και μετά εξορίστηκε στη Μυτιλήνη και τον Άγιο Ευστράτιο. Στην Κατοχή έλαβε μέρος στην Εθνική Αντίσταση, ως μέλος του ΕΑΜ. Τιμήθηκε το 1959 με το Βραβείο Ειρήνης του Λένιν. Το έργο του χαρακτηρίζεται  από ενδιαφέρον για το σύγχρονο άνθρωπο, ενώ θεωρείται ένας από τους κυριότερους αριστερούς εργάτες της γλώσσας στην Ελλάδα. Ο Βάρναλης διατήρησε την ποιητική αλλά και την ανθρώπινη εγρήγορσή του μέχρι τα βαθιά του γεράματα. Το 1965 εκδόθηκε η τελευταία ποιητική συλλογή του με τίτλο Ελεύθερος κόσμος και το 1972 το θεατρικό έργο Άτταλος ο Γ΄.

«Ἢ ποίηση τοῦ Βάρναλη, γράφει ὁ Μενέλαος Λουντέμης, δὲ μύριζε ποτὲ γάλα. Μύριζε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ μπαροῦτι· κατέβηκε δηλαδὴ στὸ στίβο χωρὶς πάρα πολλὰ γυμνάσματα καὶ δοκιμὲς καὶ περιπλανήσεις στοὺς λειμῶνες τῶν ἀσφόδελων. Μ᾿ ἄλλα λόγια, χωρὶς αὐτὲς τὶς πεισιθάνατες κραυγὲς ποὺ ἔβγαζαν ὅλοι οἱ λυρικοί του καιροῦ του. Ὄχι. Ἡ Ποίηση τοῦ Βάρναλη ἦταν ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ἀρσενική, λάσια, μιὰ βολίδα ποὔπεσε μὲς στὰ στεκούμενα νερὰ τοῦ μελίπηχτου λυρισμοῦ».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου