Κυριακή 7 Ιουνίου 2015

Ένα κορίτσι

Είναι ένα κορίτσι, ίδιο με σένα
ξυπόλυτο, γυμνό από αισθήματα,
έτσι δηλώνει,
που παρέα ζητάει για το βράδυ
ή έστω ένα σπίρτο, ν’ ανάψει το τσιγάρο της,
θα πεθάνεις, κόψε το, θα πεθάνεις,
οι φίλοι συμβουλεύουν,
φάε κάτι να δυναμώσεις
μην παραμελείς τον εαυτό σου,
κι αυτή γελά, αγέρωχα, ανάβοντας ένα ακόμα
παραγγέλνοντας ουΐσκι
διπλό, χωρίς πάγο, σκέτο
χωρίς λεφτά, χωρίς φόβο
κερασμένο απ’ τον κοκκινογένη μπάρμπαν
που δειλά κοιτά το στήθος της, το όλο υποσχέσεις,
κι αυτή γελά
με σόκιν ανέκδοτα
που κάποιος τύπος, φαλακρός, με λαδωμένο μουστάκι
και τρύπιες κάλτσες,
εδώ και ώρα ηλίθια επαναλαμβάνει
μήπως και πιάσει γκόμενα,
και το κορίτσι μας, ίδιο με σένα
να γελάει, να γελάει, να γελάει
τα μάτια της να βουρκώνουν
ν’ ανάβει τσίγαρο – το τρίτο ή το τέταρτο;
τη μοιραία κίνηση να προσμένει

κι είναι ένας μπάρμαν, ίδιος εγώ
κοκκινογένης, με βλέμμα πότε ηλίθιο, πότε ερωτευμένο,
που είναι το ίδιο θα μου πεις,
να περιμένει την πρώτη κίνηση
από αυτήν που περιμένει
την πρώτη κίνηση,
να ονειροπολεί, να ζηλεύει
τον τύπο με το λιγδιασμένο μουστάκι
και τους μπράβους του απέναντι μπαρ
που ακούνε Παντελίδη τις νύχτες
και που τη μέρα
ψηφίζουν Μώραλη με μάτια κλειστά,
ποτά κερνώντας, κι ανοίγοντας συζήτηση
για μουσική
θέλοντας να φανεί άνετος και φιλικός
με κάποια επιφάνεια δηλαδή,
αλλά η μουσική δεν βοηθάει
δεν της αρέσει, βλέπεις, η τζαζ
κι αυτός ο μπάρμαν, ίδιος εγώ
όλο να αναβάλλει

έξω, σχεδόν ξημέρωμα, σχεδόν μπλε
κι ενώ η πόλη βάζει τη φόρμα εργασίας της
το κουστούμι, το καπέλο της
ανάλογα την διάθεση ή την περίσταση,
το ζευγάρι, μέσα στο μπαρ περιμένει
ακίνητο, σκεφτικό
την πρώτη κίνηση,
αυτή να ξαπλώνει στις καρέκλες
δίπλα του, κουρασμένη, με μαύρους κύκλους στα μάτια
πιο όμορφη από ποτέ
διεκδικώντας μια προσέγγιση
ένα άγγιγμα τέλος πάντων, ένα χαμόγελο
ενώ αυτός, αμήχανος, ιδρωμένος και γελοίος
να επαναλαμβάνει κάποια ερώτηση
που είχε κάνει και νωρίτερα
για να λάβει μια ίδια απάντηση
το ίδιο αμήχανη αλλά λιγότερο γελοία

ύστερα σιωπή
το κορίτσι, ίδιο με σένα
ο κοκκινογένης μπάρμπαν, ίδιος εγώ
διστάζουν
κι όμως στον έρωτα
δεν χωράει αναμονή

ευτυχώς, τα μάτια τους γνωρίζουν
νοιώθουν την αλήθεια
κι έρχονται πιο κοντά
όλα και πιο κοντά
απλώνουν τα χέρια τους
και…

κοιμήθηκες, αγάπη μου;
όχι, δεν πειράζει, κοιμήσου
χρειάζεσαι ξεκούραση
ναι, αύριο πάλι
οι ιστορίες γύρω απ’ τον έρωτα
δεν τελειώνουν ποτέ

καληνύχτα.


Ειρηναίος Μαράκης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου