ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ: Ποια είσαι; Υπάρχεις μέσα μου απ' την ώρα που γεννήθηκα. Όμως γεννήθηκα μονάχος μου. Κι εσύ μονάχη σου γεννήθηκες.
ΙΩΑΝΝΑ: Νιώθω πως γεννηθήκαμε μαζί διπλωμένοι ο ένας μέσα στον άλλο. Τώρα είμαι αλαφριά και χαίρομαι. Παράξενο. Κάθε φορά γινόταν έτσι.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ: Εγίνηκε πολλές φορές;
ΙΩΑΝΝΑ: Μη με ρωτάς. Κοίταξε τώρα χαίρομαι. Θα με πονέσεις;
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ: Πατρίδα μου. Σε ξαναβρίσκω γιομάτη σπηλιές. Και πέτρες. Κι οράματα. Μάνα μου μαύρη στον ήλιο.
ΙΩΑΝΝΑ: Μίλα μου ακόμα. Σβήσε με τη φωνή σου εκείνα που έζησα διψώντας και γυρεύοντας ως σήμερα. Τα χέρια σου κυλάνε πάνω μου όπως ο αέρας στις κατηφοριές. Κοίτα είμαι καθαρή.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ: Είσαι η ίδια η φλόγα. Ποια είσαι;
ΙΩΑΝΝΑ: Η φλόγα.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ: Καις πολύ;
ΙΩΑΝΝΑ: Φοβάσαι;
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ: Το στόμα σου μοσκοβολάει όπως ο κίντυνος. Σ' αγγίζω αγρίμι σκοτεινό και τρέμω ολάκερος.
ΙΩΑΝΝΑ: Θα με πονέσεις;
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ: Θα με κάψεις;
ΙΩΑΝΝΑ: Κράτα με σφιχτά γιατί κάτι μέθυσε μέσα μου και τρέχει χορεύοντας απ' το μυαλό ως τα πόδια.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ: Έλα να φύγουμε. Ο δρόμος άνοιξε και λάμπει σαν το χέρι του θεού.
ΙΩΑΝΝΑ: Φοβάμαι. Ποιος είσαι;
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ: Ποια είσαι;
Τάκης Σινόπουλος, "Το άσμα της Ιωάννας και του Κωνσταντίνου" (1961)
ΙΩΑΝΝΑ: Νιώθω πως γεννηθήκαμε μαζί διπλωμένοι ο ένας μέσα στον άλλο. Τώρα είμαι αλαφριά και χαίρομαι. Παράξενο. Κάθε φορά γινόταν έτσι.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ: Εγίνηκε πολλές φορές;
ΙΩΑΝΝΑ: Μη με ρωτάς. Κοίταξε τώρα χαίρομαι. Θα με πονέσεις;
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ: Πατρίδα μου. Σε ξαναβρίσκω γιομάτη σπηλιές. Και πέτρες. Κι οράματα. Μάνα μου μαύρη στον ήλιο.
ΙΩΑΝΝΑ: Μίλα μου ακόμα. Σβήσε με τη φωνή σου εκείνα που έζησα διψώντας και γυρεύοντας ως σήμερα. Τα χέρια σου κυλάνε πάνω μου όπως ο αέρας στις κατηφοριές. Κοίτα είμαι καθαρή.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ: Είσαι η ίδια η φλόγα. Ποια είσαι;
ΙΩΑΝΝΑ: Η φλόγα.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ: Καις πολύ;
ΙΩΑΝΝΑ: Φοβάσαι;
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ: Το στόμα σου μοσκοβολάει όπως ο κίντυνος. Σ' αγγίζω αγρίμι σκοτεινό και τρέμω ολάκερος.
ΙΩΑΝΝΑ: Θα με πονέσεις;
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ: Θα με κάψεις;
ΙΩΑΝΝΑ: Κράτα με σφιχτά γιατί κάτι μέθυσε μέσα μου και τρέχει χορεύοντας απ' το μυαλό ως τα πόδια.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ: Έλα να φύγουμε. Ο δρόμος άνοιξε και λάμπει σαν το χέρι του θεού.
ΙΩΑΝΝΑ: Φοβάμαι. Ποιος είσαι;
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ: Ποια είσαι;
Τάκης Σινόπουλος, "Το άσμα της Ιωάννας και του Κωνσταντίνου" (1961)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου