Ο Λένιν γράφει για την ατομική τρομοκρατία, τη βία και την επανάσταση.
Υπερασπίζοντας την τρομοκρατία της οποίας η αναποτελεσματικότητα έχει αποδειχθεί τόσο καθαρά από την πείρα του ρώσικου επαναστατικού κινήματος, οι σοσιαλιστές-επαναστάτες διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους και δηλώνουν πως αναγνωρίζουν μόνο την τρομοκρατία που συνδυάζεται με τη δουλειά στις μάζες και γι'αυτό το λόγο δεν τους αφορούν τα επιχειρήματα με τα οποία οι ρώσοι σοσιαλδημοκράτες αναιρούσαν (και αναίρεσαν για πολύ καιρό) τη σκοπιμότητα μιας τέτοιας μεθόδου πάλης.
[...]
Εμείς λένε δεν επαναλαμβάνουμε τα λάθη των τρομοκρατών, δεν αποσπούμε κανέναν από τη δουλειά στις μάζες, βεβαιώνουν οι σοσιαλιστές-επαναστάτες, και ταυτόχρονα συνιστούν θερμά στο κόμμα πράξεις σαν τη δολοφονία του υπουργού Σιπιάγκιν από τον Μπαλμασόφ, αν και ο καθένας ξέρει θαυμάσια και βλέπει πως η πράξη αυτή δεν είχε καμιά σχέση με τις μάζες, ούτε και μπορούσε να έχει με τον τρόπο που έγινε, πως τα άτομα που έκαναν αυτή την πράξη, δεν υπολόγιζαν και δεν ήλπιζαν σε καμιά συγκεκριμένη εκδήλωση στην υποστήριξη του κόσμου. Οι σοσιαλιστές-επαναστάτες έχουν την αφέλεια να μην αντιλαμβάνονται πως η ροπή τους προς την τρομοκρατία βρίσκεται στην πιο στενή αιτιατή σύνδεση με το γεγονός ότι οι ίδιοι στάθηκαν και εξακολουθούν να στέκονται έξω από το εργατικό κίνημα, χωρίς μάλιστα να επιδιώκουν να γίνουν κόμμα της επαναστατικής τάξης που διεξάγει τον ταξικό της αγώνα.
[...]
Να καλείς σε μια τέτοια τρομοκρατία, όπως είναι η οργάνωση αποπειρών δολοφονίας ενάντια σε υπουργούς από μεμονωμένα άτομα και από άγνωστες μεταξύ τους ομάδες, τη στιγμή που οι επαναστάτες δεν έχουν αρκετές δυνάμεις και μέσα για την καθοδήγηση της μάζας που ήδη ξεσηκώνεται- σημαίνει ότι όχι μόνο διακόπτεις με αυτό τον τρόπο τη δουλειά μέσα στις μάζες, αλλά και προκαλείς άμεσα την αποδιοργάνωση της δουλειάς.
[...]
Αλήθεια, πόσο καταπληκτικά έξυπνο είναι αυτό: να θυσιάσουμε τη ζωή ενός επαναστάτη, για να εκδικηθούμε τον παλιάνθρωπο υπουργό Σιπιάγκιν, για ν'αντικατασταθεί από τον παλιάνθρωπο υπουργό Πλεβέ, είναι μεγάλη δουλειά. Ενώ να ετοιμάζουμε, λόγου χάρη, τη μάζα για μια ένοπλη διαδήλωση είναι μικρή δουλειά.
[...]
Η σοσιαλδημοκρατία θα συνιστά πάντα την αποφυγή του τυχοδιωκτισμού και θα ξεσκεπάζει αλύπητα τις αυταπάτες που καταλήγουν αναπόφευκτα στην πλήρη απογοήτευση. Πρέπει να θυμόμαστε ότι το επαναστατικό κόμμα τότε μονάχα είναι άξιο του ονόματός του, όταν καθοδηγεί στην πράξη το κίνημα της επαναστατικής τάξης. Πρέπει να θυμόμαστε πως κάθε λαϊκό κίνημα παρουσιάζει ατέλειωτη ποικιλία μορφών επεξεργαζόμενο συνεχώς νέες, απορρίπτοντας τις παλιές, τροποποιώντας είτε συνδυάζοντας παλιές και νέες μορφές. Όταν οι διαδηλώσεις δυνάμωσαν, αρχίσαμε να συνιστούμε την οργάνωσή τους, τον εξοπλισμό των μαζών, ρίξαμε το σύνθημα της προετοιμασίας της λαϊκής εξέγερσης. Χωρίς να αρνούμαστε καθόλου καταρχήν τη βία και την τρομοκρατία, απαιτήσαμε δουλειά για την προετοιμασία τέτοιων μορφών βίας, που να στηρίζονται στην άμεση συμμετοχή των μαζών και να εξασφαλίζουν αυτή τη συμμετοχή. Εμείς δεν κλείνουμε τα μάτια μπροστά στις δυσκολίες αυτού του καθήκοντος μα θα δουλέψουμε σταθερά και επίμονα για την εκπλήρωσή του, χωρίς να μας στενοχωρούν οι αντιρρήσεις πως αυτό είναι ένα "αόριστο και μακρινό μέλλον". Μάλιστα, κύριοι, εμείς είμαστε και υπέρ των μελλοντικών και όχι μονάχα των περασμένων μορφών του κινήματος. Προτιμούμε μια μακρόχρονη και δύσκολη δουλειά για κείνο που του ανήκει το μέλλον, παρά την "εύκολη" επανάληψη εκείνου που ήδη έχει καταδικαστεί από το παρελθόν.
[...]
Όποιος διεξάγει πραγματικά επαναστατική δουλειά σε σύνδεση με την ταξική πάλη του προλεταριάτου, αυτός ξέρει, βλέπει και αισθάνεται θαυμάσια, πόσο πολλές άμεσες και επίμαχες διεκδικήσεις του προλεταριάτου (και των λαϊκών στρωμάτων που είναι ικανά να το υποστηρίξουν) παραμένουν ανικανοποίητες. Αυτός ξέρει ότι σε πολλά μέρη, σε ολόκληρες περιοχές με τεράστια έκταση ο εργαζόμενος λαός ρίχνεται κυριολεκτικά με τα μούτρα στην πάλη, μα τα ξεσπάσματά του πάνε στα χαμένα λόγω της ανεπάρκειας έντυπου υλικού και καθοδηγητών εξαιτίας της έλλειψης δυνάμεων και μέσων των επαναστατικών οργανώσεων. Κι εμείς βρισκόμαστε -το βλέπουμε ότι βρισκόμαστε- στον ίδιο καταραμένο φαύλο κύκλο που, σαν κακή μοίρα, πιέζει τόσο καιρό τη ρωσική επανάσταση.
[...]
Από το ένα μέρος, πηγαίνει χαμένη η επαναστατική ορμή του ανεπαρκώς φωτισμένου και ανοργάνωτου πλήθους˙ από το άλλο, πηγαίνουν χαμένα τα βόλια των "ασύλληπτων ατόμων" που χάνουν την πίστη στη δυνατότητα να βαδίσουμε συνταγμένοι σε φάλαγγα, να δουλέψουμε χέρι με χέρι με τη μάζα.
Τα πράγματα όμως μπορούν ακόμα μια χαρά να διορθωθούν, σύντροφοι! Το χάσιμο της πίστης στην πραγματική υπόθεση δεν είναι παρά σπάνια εξαίρεση. Το πάθος της τρομοκρατίας δεν είναι παρά μια παροδική διάθεση. Ας πυκνώσουν λοιπόν πιο πολύ οι γραμμές των σοσιαλδημοκρατών, κι εμείς θα συσπειρώσουμε σ' ένα σύνολο τη μαχητική οργάνωση των επαναστατών και το μαζικό ηρωισμό του ρωσικού προλεταριάτου.
ΙΣΚΡΑ Αρ. φύλλου 23,24 1 Αυγούστου 1902
Ο Βλαντίμιρ Ιλίτς Ουλιάνοφ, γνωστότερος ως Λένιν, ήταν ο ηγέτης της Ρωσικής Επανάστασης και επικεφαλής της Ε.Σ.Σ.Δ. (1922-1924). Ηγέτης της Κομμουνιστικής Διεθνούς και του μπολσεβικικού κόμματος.
Γεννήθηκε στις 10 Απριλίου του 1870, στην πόλη Σιμπίρσκ της Ρωσικής Αυτοκρατορίας. Η οικογένεια Ουλιάνοφ έχει τις ρίζες της σε διάφορες εθνότητες όπως την Ρωσική, Γερμανική και Εβραϊκή. Ο μεγαλύτερος αδελφός του (γεννημένος το 1866) ήταν μέλος της "Ναρόντναγια Βόλια" (μιας επαναστατικής τρομοκρατικής οργάνωσης), και λόγω της συμμετοχής του στην ανεπιτυχή απόπειρα δολοφονίας κατά του τσάρου Αλεξάνδρου Γ’, εκτελέσθηκε (1891) . Το γεγονός αυτό υπήρξε καθοριστικό στη ζωή του Λένιν.
Το 1894 μετακόμισε στην Αγία Πετρούπολη, και άρχισε την προπαγανδιστική εργασία. Σ' αυτήν την περίοδο ανήκουν τα πρώτα πολεμικά μανιφέστα του Λένιν με τα οποία επιτίθεται στο λαϊκό κόμμα και που διακινούνται από χέρι σε χέρι με τη μορφή χειρογράφων. Αμέσως μετά, ο Λένιν άρχισε από τον Τύπο έναν θεωρητικό αγώνα ενάντια στους διαστρεβλωτές της μαρξιστικής θεωρίας.
Τον Απρίλιο του 1895 βρέθηκε στο εξωτερικό προκειμένου να συναντήσει τους Πλεχάνοφ, Ζασούλιτς, Αξελρόντ και τη μαρξιστική ομάδα γνωστή ως "Οσβομποζδένιγιε τρουντά" (απελευθέρωση της εργατικής τάξης). Με την επιστροφή του στην Αγία Πετρούπολη, οργάνωσε την παράνομη "Ένωση για την απελευθέρωση της εργατικής τάξης" που έγινε γρήγορα μια σημαντική οργάνωση, και συνέχισε την προπαγάνδα μεταξύ των εργαζομένων.
Τον Δεκέμβριο του 1895 ο Λένιν και οι στενότεροι συνεργάτες του συνελήφθησαν. Πέρασε το 1896 στη φυλακή, και τον Φεβρουάριο του 1897 εξορίστηκε για τρία χρόνια στην επαρχία Γενισέης στην ανατολική Σιβηρία.
Το 1900 ο Λένιν πήγε στην Ελβετία για να κανονίσει, με την ομάδα "Απελευθέρωσης της εργατικής τάξης", τη δημοσίευση ενός επαναστατικού φυλλαδίου προοριζόμενου για τη Ρωσία. Στο τέλος του έτους το πρώτο φύλλο της εφημερίδας "Ίσκρα" (Σπίθα) εμφανίστηκε στο Μόναχο, με το σύνθημα "Από τη σπίθα στη φλόγα". Στόχος του ήταν να δώσει μια μαρξιστική ερμηνεία των προβλημάτων της επανάστασης και να διαμορφώσει ένα συγκεντρωτικό "υπόγειο" επαναστατικό σοσιαλδημοκρατικό κίνημα, το οποίο ως καθοδηγητής του προλεταριάτου θα ξεκινούσε τον αγώνα εναντίον του τσαρικού καθεστώτος. Η ιδέα μιας συγκροτημένης κομματικής ηγεσίας στον αγώνα του προλεταριάτου σε όλες τις μορφές και τις εκδηλώσεις του, που είναι μια από τις κεντρικές αρχές του λενινισμού, συνδέεται με την αντίληψη της ηγεμονίας της εργατικής τάξης μέσα στη δημοκρατική μετεξέλιξη της χώρας. Αυτή η ιδέα βρήκε την άμεση έκφρασή της στο πρόγραμμα της δικτατορίας του προλεταριάτου όταν η ανάπτυξη της επαναστατικής κίνησης προετοίμασε τις συνθήκες για την επανάσταση του Οκτωβρίου.
Ο Λένιν, εκτός από μεγάλος επαναστάτης και στρατηγικός νους, ήταν σημαντικός επιστήμονας και στοχαστής. Βασιζόμενος στις ανακαλύψεις των θεμελιωτών του Μαρξισμού, έδωσε ρηξικέλευθες απαντήσεις, οι οποίες έχουν επίδραση και σήμερα, σε καίρια ζητήματα της σύγχρονης εποχής. Κατ' αυτόν τον τρόπο προέκυψε μια νέα θεωρία, οργανικά και αναπόσπαστα συνδεδεμένη με την προηγουμένη, με την οποία συνιστά ενιαίον όλο, ο Λενινισμός. Μελέτησε, συν τοις άλλοις, επιστημονικά τον ιμπεριαλισμό και ανέπτυξε κι εμπλούτισε τη θεωρία και την πρακτική της ταξικής πάλης, της δημοκρατικής και της σοσιαλιστικής επανάστασης και της δικτατορίας του προλεταριάτου, καθώς και της σοσιαλιστικής οικοδόμησης και της μετάβασης στον Κομμουνισμό. Η επιστημονική μελέτη των αιτίων που οδήγησαν τη Σοβιετική Ένωση στην καπιταλιστική παλινόρθωση και, συνακόλουθα, στη διάλυση εδράζεται στο Λενινισμό.
Στον χώρο της φιλοσοφίας,ο Λένιν υπερασπίστηκε το διαλεκτικό υλισμό, διατύπωσε τη θεωρία της αντανάκλασης, κατέδειξε, με ανάγλυφο τρόπο, τον κομματικό χαρακτήρα της πάλης των διαφόρων τάσεων και ομάδων, κι εμβάθυνε στη μελέτη των νόμων της διαλεκτικής (ιδίως του βασικότερου: του νόμου της ενότητας και πάλης των αντιθέτων). Η κριτική στον νεοθετικισμό είναι αδιανόητη έξω από το πνεύμα της φιλοσοφικής συνεισφοράς του Λένιν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου