IV
Ναὶ ἀγαπημένη μου,
ἐμεῖς γι᾿ αὐτὰ τὰ λίγα κι ἁπλὰ πράγματα πολεμᾶμε
γιὰ νὰ μποροῦμε νά ῾χουμε μία πόρτα, ἕν᾿ ἄστρο, ἕνα σκαμνὶ
ἕνα χαρούμενο δρόμο τὸ πρωὶ
ἕνα ἤρεμο ὄνειρο τὸ βράδι.
Γιὰ νά ῾χουμε ἕναν ἔρωτα ποὺ νὰ μὴ μᾶς τὸν λερώνουν
ἕνα τραγούδι ποὺ νὰ μποροῦμε νὰ τραγουδᾶμε
Ὅμως αὐτοὶ σπᾶνε τὶς πόρτες μας
πατᾶνε πάνω στὸν ἔρωτά μας.
Πρὶν ποῦμε τὸ τραγούδι μας
μᾶς σκοτώνουν.
Μᾶς φοβοῦνται καὶ μᾶς σκοτώνουν.
Φοβοῦνται τὸν οὐρανὸ ποὺ κοιτάζουμε
φοβοῦνται τὸ πεζούλι ποὺ ἀκουμπᾶμε
φοβοῦνται τὸ ἀδράχτι τῆς μητέρας μας καὶ τὸ ἀλφαβητάρι τοῦ παιδιοῦ μας
φοβοῦνται τὰ χέρια σου ποὺ ξέρουν νὰ ἀγγαλιάζουν τόσο τρυφερὰ
καὶ νὰ μοχτοῦν τόσο ἀντρίκια
φοβοῦνται τὰ λόγια ποὺ λέμε οἱ δυό μας μὲ φωνὴ χαμηλωμένη
φοβοῦνται τὰ λόγια ποὺ θὰ λέμε αὔριο ὅλοι μαζὶ
μᾶς φοβοῦνται, ἀγάπη μου, καὶ ὅταν μᾶς σκοτώνουν
νεκροὺς μᾶς φοβοῦνται πιὸ πολύ.
Τάσος Λειβαδίτης
Ο Αναστάσιος-Παντελεήμων Λειβαδίτης (20/4/1922 -30/10/1988) ήταν σημαντικός Έλληνας ποιητής που γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, όμως τον κέρδισε η ποίηση. Ανέπτυξε έντονη πολιτική δραστηριότητα στο χώρο της αριστεράς με συνέπεια να εξοριστεί από το 1947 έως το 1951 στο Μούδρο, στη Μακρόνησο και μετά στον Αϊ Στράτη κι από κει στις φυλακές Χατζηκώστα στην Αθήνα, απ' όπου αφέθηκε ελεύθερος το 1951. Το Φυσάει στα σταυροδρόμια του κόσμου θεωρήθηκε «κήρυγμα ανατρεπτικό» και κατασχέθηκε. Τελικά το δικαστήριο τον απάλλαξε λόγω αμφιβολιών.
Στο ελληνικό κοινό ο Τάσος Λειβαδίτης εμφανίστηκε το 1946, μέσα από τις στήλες του περιοδικού Ελεύθερα Γράμματα με το ποίημα Το τραγούδι του Χατζηδημήτρη. Το 1947 συνεργάστηκε στην έκδοση του περιοδικού Θεμέλιο. Το 1952 εξέδωσε την πρώτη του ποιητική σύνθεση με τίτλο Μάχη στην άκρη της νύχτας και εργάστηκε επίσης σαν κριτικός ποίησης στην εφημερίδα Αυγή, από το 1954 - 1980 (με εξαίρεση τα έτη 1967-74 που η εφημερίδα είχε κλείσει λόγω δικτατορίας) και το περιοδικό Επιθεώρηση Τέχνης (1962-1966), όπου δημοσίευσε πολιτικά και κριτικά δοκίμια.
Στο διάστημα της δικτατορίας των συνταγματαρχών ο ποιητής για βιοποριστικούς λόγους μεταφράζει ή διασκευάζει λογοτεχνικά έργα για λαϊκά περιοδικά ποικίλης ύλης με το ψευδώνυμο Pόκκος.
Στίχοι του μελοποιήθηκαν από το Μίκη Θεοδωράκη, στο δίσκο Πολιτεία, Της εξορίας, Πολιτεία Γ' - Οκτώβρης '78, Τα Λυρικά, Λειτουργία Νο2: Για τα παιδιά που σκοτώνονται στον πόλεμο, το Μάνο Λοΐζο στο δίσκο Για μια μέρα ζωής, το Γιώργο Τσαγκάρη στο δίσκο Φυσάει, τον Μιχάλη Γρηγορίου στο δίσκο Σκοτεινή πράξη, ένα Ορατόριο σε ποίηση Τάσου Λειβαδίτη και από το συγκρότημα Όναρ στο δίσκο Αλαντίν, τελειώσαν οι ευχές σου.
Συνυπέγραψε ακόμη με τον Κώστα Κοτζιά τα σενάρια των ελληνικών ταινιών Ο θρίαμβος και Συνοικία το όνειρο σε σκηνοθεσία του Αλέκου Αλεξανδράκη.Τα ποιήματά του μεταφράστηκαν στα Ρωσικά, Σερβικά, Ουγγρικά, Σουηδικά, Ιταλικά, Γαλλικά, Αλβανικά, Βουλγαρικά, Κινέζικα και Αγγλικά.
Τιμήθηκε με το πρώτο βραβείο ποίησης στο Παγκόσμιο Φεστιβάλ Νεολαίας στη Βαρσοβία 1953, το πρώτο βραβείο ποίησης του Δήμου Αθηναίων 1957, το Β΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης 1976, το Α΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης 1979. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων.
Έγραψε επίσης κι ένα μικρό τόμο με τίτλο: Έλληνες ποιητές, ο οποίος αναφέρεται στις συλλογές που εκδόθηκαν την περίοδο 1978-1981, και αποτελεί μια απογραφή 74 ποιητικών συλλογών.
Όπως σημειώνει ο Τίτος Πατρίκιος, φίλος και συνεργάτης του Λειβαδίτη, ήταν τόσο αφοσιωμένος στην ποίηση ώστε όσα ποιήματα του έστελναν «τα διάβαζε όλα ως το κόκαλο και όσο μεγαλύτερη αξία τους έβρισκε, τόσο την αναγνώριζε και τη διακήρυσσε». Και παρακάτω: «άσκησε την κριτική με διεισδυτική ευαισθησία, με στοχασμό που δεν κατέληγε σε κάποια κανονιστικότητα, με άνοιγμα σε όλους τους τρόπους της ποίησης και αγάπη για όλους τους ποιητές, χωρίς εύνοιες και πατερναλισμούς».
Στο ελληνικό κοινό ο Τάσος Λειβαδίτης εμφανίστηκε το 1946, μέσα από τις στήλες του περιοδικού Ελεύθερα Γράμματα με το ποίημα Το τραγούδι του Χατζηδημήτρη. Το 1947 συνεργάστηκε στην έκδοση του περιοδικού Θεμέλιο. Το 1952 εξέδωσε την πρώτη του ποιητική σύνθεση με τίτλο Μάχη στην άκρη της νύχτας και εργάστηκε επίσης σαν κριτικός ποίησης στην εφημερίδα Αυγή, από το 1954 - 1980 (με εξαίρεση τα έτη 1967-74 που η εφημερίδα είχε κλείσει λόγω δικτατορίας) και το περιοδικό Επιθεώρηση Τέχνης (1962-1966), όπου δημοσίευσε πολιτικά και κριτικά δοκίμια.
Στο διάστημα της δικτατορίας των συνταγματαρχών ο ποιητής για βιοποριστικούς λόγους μεταφράζει ή διασκευάζει λογοτεχνικά έργα για λαϊκά περιοδικά ποικίλης ύλης με το ψευδώνυμο Pόκκος.
Στίχοι του μελοποιήθηκαν από το Μίκη Θεοδωράκη, στο δίσκο Πολιτεία, Της εξορίας, Πολιτεία Γ' - Οκτώβρης '78, Τα Λυρικά, Λειτουργία Νο2: Για τα παιδιά που σκοτώνονται στον πόλεμο, το Μάνο Λοΐζο στο δίσκο Για μια μέρα ζωής, το Γιώργο Τσαγκάρη στο δίσκο Φυσάει, τον Μιχάλη Γρηγορίου στο δίσκο Σκοτεινή πράξη, ένα Ορατόριο σε ποίηση Τάσου Λειβαδίτη και από το συγκρότημα Όναρ στο δίσκο Αλαντίν, τελειώσαν οι ευχές σου.
Συνυπέγραψε ακόμη με τον Κώστα Κοτζιά τα σενάρια των ελληνικών ταινιών Ο θρίαμβος και Συνοικία το όνειρο σε σκηνοθεσία του Αλέκου Αλεξανδράκη.Τα ποιήματά του μεταφράστηκαν στα Ρωσικά, Σερβικά, Ουγγρικά, Σουηδικά, Ιταλικά, Γαλλικά, Αλβανικά, Βουλγαρικά, Κινέζικα και Αγγλικά.
Τιμήθηκε με το πρώτο βραβείο ποίησης στο Παγκόσμιο Φεστιβάλ Νεολαίας στη Βαρσοβία 1953, το πρώτο βραβείο ποίησης του Δήμου Αθηναίων 1957, το Β΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης 1976, το Α΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης 1979. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων.
Έγραψε επίσης κι ένα μικρό τόμο με τίτλο: Έλληνες ποιητές, ο οποίος αναφέρεται στις συλλογές που εκδόθηκαν την περίοδο 1978-1981, και αποτελεί μια απογραφή 74 ποιητικών συλλογών.
Όπως σημειώνει ο Τίτος Πατρίκιος, φίλος και συνεργάτης του Λειβαδίτη, ήταν τόσο αφοσιωμένος στην ποίηση ώστε όσα ποιήματα του έστελναν «τα διάβαζε όλα ως το κόκαλο και όσο μεγαλύτερη αξία τους έβρισκε, τόσο την αναγνώριζε και τη διακήρυσσε». Και παρακάτω: «άσκησε την κριτική με διεισδυτική ευαισθησία, με στοχασμό που δεν κατέληγε σε κάποια κανονιστικότητα, με άνοιγμα σε όλους τους τρόπους της ποίησης και αγάπη για όλους τους ποιητές, χωρίς εύνοιες και πατερναλισμούς».
Μετά το θάνατό του εκδόθηκαν χειρόγραφα ανέκδοτα ποιήματά του με τον τίτλο Χειρόγραφα του Φθινοπώρου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου